Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2020


Τα βιβλία         
   Βιβλία στο σπίτι δεν είχαμε πολλά,  είχαμε όμως αρκετά για την εποχή τής παιδικής μας ηλικίας, είχαμε τη Γενοβέφα, την Ωραία τού Πέραν τον Μπερτόδουλο, και δύο βιβλία  της ιστορίας τού Παπαρηγόπουλου, το ένα πολύ χοντρό  όπου στα περιθώρια της σελίδας 400, ο πατέρας μου έγραφε τα σημαδιακά γεγονότα της οικογένειας, όπως αρραβωνιάστηκα 20-7-1937, παντρεύτηκα  . . . .  1938, γεννήθηκε  ο Βαγγέλης  τότε. .. και άλλα. Κάποιες χρονιές ο πατέρας αγόραζε και Καζαμία που έγραφε τις γιορτές και μερικά προφητικά έτσι αόριστα έγραφε ας πούμε μεγάλος σεισμός στην κεντρική Αμερική, ή πλημμύρες στην Ασία και ψάξε εσύ να το διασταυρώσεις. Την Ωραία του Πέραν τη διάβαζαν στα νυχτέρια και  όταν στο νυχτέρι έρχονταν και η θεια Κατερίνη, έφερνε και την αμαρτωλών σωτηρία, εμάς όμως μάς άρεσε η ιστορία της Γενοβέφας που την έδιωξαν από το κάστρο και μεγάλωνε το παιδί της μια ελαφίνα, θυμάμαι που στο φως της γκαζόλαμπας διάβαζε κάποια νεότερη, έβγαζε σιγά και συλλαβιστά μια φράση και μετά την επαναλάμβανε ολόκληρη, και άντε πάλι τα ίδια, άκουγαν οι θειές με προσοχή και κάποιες σκούπιζαν και τα μάτια τους. . .διάβαζαν το όνομα Σιτσεφρίδος –το θυμάμαι καλά αυτό- και ρωτούσαν μεταξύ τους «μ’ τί μαρ’ όνουμα είνι αυτό;» και μετά από μισό αιώνα, έμαθα και ο ίδιος οτι το όνομα Σιτσεφρίδος ήταν η Ελληνική μετάφραση τού Γερμανικού ονόματος Ζίγκφριντ κι’ όποιος το είχε απορία τόσα χρόνια, ευκαιρία τώρα να το μάθει, και ο Γοδεφρίδος στα τότε Ελληνικά είναι ο Γκότφριντ, δηλαδή ο Θεόφιλος, αυτά και να πάμε παρακάτω, να πούμε για τα βιβλία.       Όταν αρχίσαμε να πηγαίνουμε στο σχολείο, μπήκαν στο σπίτι τα πρώτα αναγνωστικά, αφού προηγήθηκαν στην πρώτη και δεύτερη τάξη οι πλάκες και τα κοντύλια και κατόπιν όσο ανεβαίναμε στις παραπάνω τάξεις, ήρθαν τα μελανοδοχεία, τα καλαμάρια όπως τα λέγαμε, με τη μελάνη χύμα μέσα, που την πουλούσαν σε σπυριά και τη λειώναμε εμείς, μαζί ήρθαν και  οι κονδυλοφόροι με τις πένες Χί και τις άλλες τις Ιριντινόιντ. Το κάθε στάδιο απ’ αυτά που αναφέραμε σηκώνει να αναλυθεί μόνο του, αλλά έχουμε καιρό, υπομονή μόνο χρειάζεται και όποιος δεν την έχει, το είπαμε και άλλες φορές, τί να κάνουμε, ας διαβάσει κάτι άλλο, ή καλύτερα. . . τίποτα. Για τα βιβλία θα πούμε εδώ, όχι για τα βιβλία που κυκλοφορούν γενικά, αλλά θα πούμε για τα σχολικά βιβλία, που είχαμε  στο Γυμνάσιο, εκείνα που τύπωνε ο Οργανισμός Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων τα αρχικά τού οποίου φαίνονταν μπροστά στην πρώτη σελίδα, μεγαλογράμματα αρχικά σε στρογγυλοποιημένο σχήμα που έλεγε  ΟΕΣΒ. Στο Γυμνάσιο, έκτος από τα  εκπαιδευτικά τέλη που πληρώναμε κάθε εξάμηνο, αρκετά τσουχτερά για το
φτωχό οικογενειακό εισόδημα,   αγοράζαμε και όλα τα βιβλία από το βιβλιοπωλείο τού κυρίου Στρατή εκεί παραδίπλα από την πλατεία τής Αρναίας και από όσο θυμούμαι τα καινούργια ήταν ακριβά, γι’ αυτό κάθε χρόνο φροντίζαμε  να βρίσκουμε μεταχειρισμένα από τους παλιότερους που τα παίρναμε αρκετά φθηνότερα, ακόμα και στη μισή τιμή και πιο κάτω, ανάλογα δηλαδή, γιατί ήταν και μερικοί που σού έλεγαν οτι τόσο ζητούν και δεν κατέβαιναν, δεν παζάρευαν την τιμή, και  τα κορίτσια τα ζητούσαν ακριβότερα γιατί συνήθως  τα βιβλία τους τα διατηρούσαν καθαρότερα και ιδίως ατσαλάκωτα, χωρίς πολλές φθορές, κι’ αυτό επειδή συνήθως κουβαλούσαν τσάντα στο σχολείο, ενώ εμείς τετράδια και βιβλία τα παίρναμε στο χέρι,  τα παρατούσαμε κάτω  όπου νάναι και οπωσδήποτε  τα ταλαιπωρούσαμε, γύριζαν τα εξώφυλλα, λερώνονταν και στο τέλος καταντούσαν σε κακό χάλι, τα  έβλεπε ο υποψήφιος αγοραστής και κατέβαζε την τιμή ακόμα παρακάτω. Υπήρχαν μερικά βιβλία με σκληρά εξώφυλλα από χαρτόνι, όπως ήταν η Γραμματική και το Συντακτικό. Έχω στην κατοχή μου μια τέτοια Γραμματική τού Αχιλλέως Α. Τζάρτζανου με σκληρά εξώφυλλα, έκδοσης  1960 αγορασμένη από το βιβλιοχαρτοπωλείο ΔΗΜ. ΑΔΑΜΟΥ Ο.Ε. ΕΛΑΣΣΩΝ και άγνωστο πώς βρέθηκε και πουλήθηκε στην Αρναία. Αυτά με τα χαρτονένια σκληρά εξώφυλλα διατηρούνταν περισσότερο, αλλά όλα τα άλλα, ύστερα από δυο τρεις μπορεί και περισσότερες χρονιές που άλλαζαν χέρια, καταντούσαν  να πουλιούνται όσο όσο  κι’ έχω ένα τέτοιο με λύσεις των ασκήσεων της Άλγεβρας που  από μπροστά λείπουν καμιά δεκαριά φύλλα και επάνω του έχει σημειώσεις διάφορες, σημειώσεις συνήθως άσχετες με το περιεχόμενό του, γιατί δεν έφτανε που ο κάτοχος τού βιβλίου έγραφε το όνομά του όπου νόμιζε για να κατοχυρώσει την ιδιοκτησία του, αλλά  και οι διάφοροι που το δανείζονταν έγραφαν  τις εξυπνάδες τους κι’ ας ήταν το βιβλίο δανεικό. Τα πιο ταλαιπωρημένα βιβλία ήταν εκείνα των Αρχαίων Ελληνικών, και οι μεταφράσεις που κυκλοφορούσαν παράνομα και δεν επιτρέπονταν να τις παίρνουμε στο σχολείο. Και   αυτές οι μεταφράσεις και οι λύσεις  ήταν τυπωμένες και σε πολύ φτηνό και κάπως  σκούρο χαρτί, μάλλον από χαρτί εφημερίδας ήταν,  και δεν άντεχαν στις ταλαιπωρίες. Στα βιβλία των Αρχαίων   ο καθένας πάνω στο   κείμενο  εκτός από τη μετάφραση, σημείωνε ακόμα και γραμματικές ή συντακτικές παρατηρήσεις και σκέψου τώρα, ο επόμενος που τα  αγόραζε  έσβηνε μερικά γραψίματα και έγραφε τα δικά του, πολλές φορές το φύλλο από το γράψε- σβήσε τρυπούσε και

αλλού το αρχικό κείμενο δε φαίνονταν, και στο τέλος το κάθε φύλλο καταντούσε σαν να ήταν παλίμψηστο,  δηλαδή σαν εκείνες τις περγαμηνές  που τις έξυναν οι καλόγεροι για να γράψουν πάνω στο αρχαίο κείμενο  τροπάρια και διάφορα άλλα. Μάς έμειναν μερικά τέτοια βιβλία  κάπου τάχουμε βαλμένα, και υπάρχουν πολλοί που τα κράτησαν τα παλιά βιβλία αλλά πού να τα βρεις τώρα.  Στο ορεινό χωριό Δρυμιά της  Ξάνθης κοντά στο Νέστο, σε μια ταβέρνα, υπάρχει μια πρόχειρη ξύλινη βιβλιοθήκη με πάρα πολλά σχολικά βιβλία, από αναγνωστικά τού Δημοτικού ακόμα και προπολεμικά, μέχρι παλιά και καινούργια βιβλία του γυμνασίου που τα μάζεψε ο ταβερνιάρης από δω κι’ από κει, και όποιος περνάει από το μαγαζί, θα πάει οπωσδήποτε να τα περιεργαστεί, γιατί όλο και θα βρει κάποιο βιβλίο που κάποτε το διάβασε και το κράτησε στο σχολείο και τους βλέπεις όλους που περιεργάζονται και φυλλομετρούν τα βιβλία, να είναι φανερά συγκινημένοι και κάπως χαμένοι στο παρελθόν. Γενικά ως λαός με τα βιβλία δεν τα πάμε καλά, δεν ξέρουμε πού να τα βάλλουμε, και στα σαλόνια μας αντί να έχουμε μια βιβλιοθήκη, βάζουμε ένα ακριβό  έπιπλο για να μοστράρουν εκεί τα λίγα ή περισσότερα ασημικά και τα σερβίτσια μας που σπάνια τα χρησιμοποιούμε, αλλά, όλα κι’ όλα, όσοι μάς επισκέπτονται πρέπει να τα βλέπουν γιατί νομίζουμε οτι κάτι τέτοια μάς ανεβάζουν κοινωνικά, ενώ τα βιβλία είναι πιθανό  να προβληματίσουν και να «κουμπώσουν» μερικούς που ποτέ δεν τα πήγαν καλά μαζί τους, και μόνο με τα ακριβά έπιπλα τα κοσμήματα και τα ασημικά μπορούν να επιδείξουν, την πρόοδό τους, στη θέση όσων δεν μπορούν  να καταλάβουν. Και πάνω σ’ αυτό αν το διαβάσουν μερικοί πιθανό να πουν οτι τη ρίξαμε την κακία μας αλλά όσο και να το κρύψεις έτσι είναι δυστυχώς, παράγινε το πράγμα   και μάς κυρίεψε η μόδα των  γυαλιστερών-ιλουστρασιόν περιοδικών που αγοράζουμε για το Σαββατοκύριακο, να δούμε τη μόδα  και το τί φορούν οι επώνυμοι και πόσα πλήρωσαν για μια ξαπλώστρα στη Μύκονο και κανείς δε σκέφτεται οτι  αυτή  ξαπλώστρα των πεντακοσίων Ευρώ το μήνα (ή το δεκαπενθήμερο;) ισοδυναμεί με μια κατώτερη σύνταξη, ή με τα βερεσέδια για ένα μήνα στο τεφτέρι του μπακάλη που τώρα τελευταία έκανε πάλι την εμφάνισή του. Και αλήθεια, ποιος θυμάται το μπακαλοτέφτερο που έγραφε τα βερεσέδια ο μπακάλης, και στο πίσω μέρος είχε τυπωμένη την προπαίδεια;   Για τα σχολικά βιβλία αρχίσαμε να λέμε και θα το πάμε αλλού, αλλά αυτό το «αλλού» δεν είναι για αλλού, έτσι μάς έμαθαν, μόλις ξεστρατίζουμε λίγο από το κυρίως θέμα, αμέσως μάς έρχεται έμφυτος ο φόβος μη τυχόν και θίξουμε κάποιον έχοντα και κατέχοντα και δεν ξέρω πώς θα το πάρει και χαλάσει η ζαχαρένια του και δεν μπορεί να χωνέψει τα παϊδάκια. . . Υπάρχει όμως και μια άλλη διάσταση στο θέμα βιβλίο, υπάρχει το σοβαρό  πρόβλημα τού χώρου  που ανακύπτει και για να γίνω σαφέστερος, ο άνθρωπος που αγαπάει τα βιβλία, όποιος μεγάλωσε μ’ αυτά, εκείνος που τα μαζεύει συνέχεια σαν να είναι σίγουρος οτι  έτσι θα πορευτεί  εσαεί, κάποτε όπως όλοι  καταλήγει εκεί που ξέρουμε και τότε έρχεται η λύση τής απελευθέρωσης τού χώρου που έπιανε ο παππούς, αλλά «τί θα τα κάνουμε τόσα βιβλία που μάζευε;» και αν μεν οι εναπομένοντες  έχουν κάποια σχέση με τα βιβλία και τη γνώση γενικώς τής όποιας αξίας τους, όλο και κάποια επιλογή θα κάνουν θα κρατήσουν μερικά, και θα χαρίσουν τα άλλα σε κάποια βιβλιοθήκη, αλλά οι τελείως άσχετοι, το πρώτο που θα σκεφθούν χωρίς να το πουν και να το φωνάξουν, μόνο μεταξύ τους θα το ομολογήσουν, θα πουν οτι καλός ο παππούς, αλλά «άδειασε το δωμάτιο επιτέλους», και να φωνάξουμε τον παλιατζή, ξέρω κάποιον εγώ. . . και κάποτε βγήκε ένας παλαιοβιβλιοπώλης  στην τηλεόραση-πού αλλού;- και είπε οτι τον φωνάζουν μόλις πεθάνει κάποιος και τού λεν να πάρει τα βιβλία όλα όπως είναι, «πάρτα ν’ αδειάσει το δωμάτιο» κι’ έτσι,  όσα βιβλία μάζευε τόσα χρόνια ο βιβλιόφιλος παππούς, καταλήγουν όλα χύμα στο φορτηγό, αλλά ο βιβλιοπώλης είπε και το άλλο, έδειξε μάλιστα και τρία πολύ παλιά βιβλία από τα πρώτα χρόνια τής τυπογραφίας  όπως είπε,  των οποίων η αξία σήμερα είναι ανυπολόγιστη. Άλλοτε πάλι όπως είπε ο ίδιος βιβλιοπώλης μέσα σε εγκυκλοπαίδειες, βρέθηκαν διαθήκες και ξεχασμένα χαρτονομίσματα, βρέθηκαν επιστολές και άλλα, που δε θάπρεπε να καταλήγουν έτσι. Και αν η κυρία με το σκρίνιο για τα ασημικά ήξερε να ψάξει και να εκτιμήσει, τα πράγματα θα ήταν αλλιώτικα, αλλά πάντα τα πράγματα για τους ομοίους της έτσι ήταν, κι  αν κάποιος έχει να προσθέσει κάτι πάνω στο θέμα ας το κάνει τώρα που είναι φρέσκα τα γεγονότα, αλλιώς ας σιωπήσει δια παντός .. . Αυτό είναι από άλλο ανέκδοτο, αλλά το βάλαμε για να ξεσοβαρέψει, να ελαφρύνει λίγο το όλο θέμα. . . .μα και δε θα μιλούμε συνέχεια για σοβαρά πράγματα, καλοκαίρι είναι να τα ελαφρύνουμε λίγο, κρίση έχουμε τί άλλο να πούμε; Όμως, για να ξαναγυρίσουμε στο θέμα, αυτά τα σχολικά βιβλία που κάθε χρόνο πετιούνται ή παίρνουν το δρόμο για πολτοποίηση, δε θα μπορούσαν να στεγαστούν κάπου, σε κάποιο χώρο τού Δήμου ας πούμε, και γιατί όχι και στα Δημόσια Σχολεία, να μπουν κατά σχολική χρονιά για να μπορούμε να τα βλέπουμε και να τα φυλλομετρούμε; Τί λέτε, είναι τόσο δύσκολο; Ίσως έτσι να αγαπήσουμε τα δικά μας βιβλία που κάποτε τα παραπετάξαμε. . .  Αυτά και περιμένω τη γνώμη σας, και μάλιστα τις διαφωνίες σας.      
  Βαγγέλης Μαυροδής  

Δεν υπάρχουν σχόλια: