Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2012

Η Λ Α Τ Ε Ρ Ν Α

Να ευχηθούμε στους απανταχού αναγνώστες και. . .λαθραναγνώστες όχι για κάποια γιορτή ή επέτειο, αλλά να, οι ευχές πάντα είναι ευπρόσδεκτες ακόμα κι’ αν απευθύνονται σε κάποιον έτσι . . .αόριστα, ευχές είναι τέλος πάντων. . 
Να διασκεδάσουμε  πάμε όχι να προβληματισθούμε, μπορεί να μη γελούμε πάντα δυνατά με κάτι που βλέπουμε ή ακούμε, αρκεί να χαμογελούμε, κέρδος είναι κι’ αυτό για την ψυχική ισορροπία μας, οι κακόκεφοι και οι γκρινιάρηδες  συνήθως δε ζουν και πολλά χρόνια, αλλά κι’ αν περάσουν το φυσιολογικό όριο, πραγματικά ζουν μόνο όταν κοιμούνται, γιατί συνήθως στον ξύπνιο τους υποφέρουν, τους φταίνε όλα ή τα περισσότερα και  ποτέ δεν έχουν ένα καλό λόγο για κανέναν, η πρόοδος της κοινωνίας δεν οφείλει τίποτα σ’ αυτούς την κοινωνία την ωφελούν οι αισιόδοξοι και οι περίεργοι, σ’ αυτούς χρωστούμε την εξέλιξη των πάντων, τέλος πάντων όμως κάπως μακρά η εισαγωγή, είπαμε για διασκέδαση  ξεκινήσαμε και κοντεύει να το σοβαρέψουμε πάλι το θέμα, τέλος λοιπόν η φλυαρία και μπαίνουμε στο θέμα που είναι σχετικό με τη λατέρνα  ένα όργανο του μεσοπολέμου που σχεδόν ξεχάστηκε, μαζί με το γραμμόφωνο και την ωραία φυσαρμόνικα, το γραμμόφωνο βέβαια υπάρχει σε μερικά σπίτια αλλά δε βρίσκονται βελόνες για να παίξει, η φυσαρμόνικα πάει κι’ αυτή τα παιδιά δεν τη γνωρίζουν κι’ είναι τόσο γλυκιά κι’ όσο για τη  λατέρνα, κάπου κάπου τη βλέπουμε και την ακούμε μόνο στους δρόμους, ξυπνά τη νοσταλγία μέσα μας και μας πηγαίνει πίσω σε άλλες εποχές, τότε που οι αείμνηστοι Μίμης Φωτόπουλος
και Βασίλης Αυλωνίτης την έκαναν γνωστή στο πανελλήνιο με τις ασπρόμαυρες ταινίες τους στο σινεμά.

Έτυχε λοιπόν κάποιο Σάββατο να περιμένω σε μια διασταύρωση, να περάσω απέναντι όταν από τη γωνία ακούστηκε η χαρακτηριστική μουσική της λατέρνας, κάτι που δεν το περιμένεις την ώρα αυτή, κάτι ξεχασμένο και παράταιρο θα έλεγα ανάμεσα στα κορναρίσματα των αυτοκινήτων και τη βουή του δρόμου, έφτασε στ’ αυτιά μου αυτή η μουσική της ρομβίας όπως την έλεγαν οι παλιότεροι, φάνηκε  από τη γωνία  η λατέρνα, με πολύχρωμα στολίδια, με γιορντάνια και κορδέλες σκεπασμένη με κόκκινο βελούδο κι’ από δίπλα ο λατερνατζής με τη μανιβέλα να γυρίζει τον κύλινδρο που είναι μέσα, ο κύλινδρος με τα καρφιά που χτυπούν τα μεταλλικά ελάσματα και βγαίνει εκείνη η μεθυστική μουσική  στο ρυθμό του επαναστατικού βαλς που επέτρεψε στα ζευγάρια του μεσοπολέμου να πλησιάσουν τόσο κοντά και ν’ αγκαλιαστούν χορεύοντας, σε πείσμα των αυστηρών ηθών της εποχής και πλήρη απογοήτευση των μυστακοφόρων βλοσυρών γονέων και άλλων «παραγόντων και στυλοβατών της κοινωνίας», που κατηγορούσαν αυτά τα φερσίματα των νέων και εν τούτοις δεν έπεσαν ούτε κεραυνοί ούτε έγιναν καταποντισμοί, ο κόσμος δε χάθηκε ούτε το πέντε και πεντήκοντα (ποιος θυμάται;) ούτε το δυο χιλιάδες,  και οι νέοι της εποχής εκείνης και ιδίως «αι νέαι» όσες δεν προσεβλήθησαν από την ασθένεια εκείνου του ατσχάϊμερ ( τι το ‘θελε και την ανακάλυπτε την νόσον ο χριστιανός, καλά ήμασταν και χωρίς αυτήν), με ευχαρίστηση θυμούνται  και τα πρώτα δειλά αγκαλιάσματα και τη μουσική της λατέρνας κι’ ας γίνονταν όλα αυτά υπό τα άγρυπνα βλέμματα των συνοδών γονέων ή αδερφών και στην καλύτερη περίπτωση κάποιας ανεκτικής θείας. . . Νάτος ο λατερνατζής λοιπόν, ψηλός μαυριδερός με κατσαρό μαλλί και με γένια καναδυό ημερών, με άσπρο πουκάμισο και ριγωτό μαύρο παντελόνι αλλά και με ύφος μαέστρου τουλάχιστον . . .συμφωνικής ορχήστρας  και ο πιτσιρικάς να προηγείται με το καπέλο στο χέρι και να μαζεύει τα φιλοδωρήματα απ’ τους περαστικούς και με μαεστρία να το ζυγίζει το καπέλο με ακρίβεια για να πέσει μέσα το κέρμα που ρίχνουν από τα μπαλκόνια όσοι άκουσαν και βγήκαν να δουν και να χαρούν θέαμα και ακρόαμα και από το απέναντι πεζοδρόμιο η σύζυγος του μαέστρου με πανεράκι ψάθινο μικρό, απ’ αυτά που σερβίρουν το ψωμί στις ταβέρνες, να εισπράττει το ελάχιστο αντίτιμο για την καλλιτεχνική προσφορά  προς το κοινό με τις μεσοπολεμικές μουσικές ανησυχίες, χαμογελαστή που μπορεί και προσπορίζεται τα προς το ζην σκορπίζοντας κέφι και παλιομοδίτικη μουσική διασκέδαση, μαυριδερή και η ίδια όπως και ο μαέστρος και ο μπιρμπιλωμάτης  βλαστός και ξαφνικά εκεί που το «όργανον» στριμώχτηκε και σταμάτησε  γυρίζοντας προς το πεζοδρόμιο ανάμεσα σε δυο σταθμευμένα αυτοκίνητα, για να περάσει ο βιαστικός εποχούμενος βάρβαρος με το Φίατ, ξαφνικά λοιπόν φύσηξε δυνατά . . . φύσηξε  όπως φυσάει ξαφνικά εκεί που δεν το περιμένεις και σου ρίχνει το καπέλο, ή σηκώνει κάποια φούστα κι’ άμα φύγει το καπέλο απ’ τον αέρα όλοι γελούνε κοροϊδευτικά, ενώ άμα σηκωθεί κάποια φούστα όλοι σιωπούν κι όσοι προλάβουν ρίχνουν προς τα εκεί βλέμματα με σημασία  και με τρόπο, για να μην εντοπιστούν και σχολιαστούν ειρωνικά από όσους . . . .δεν πρόλαβαν να δουν. . .και ο ξαφνικός αέρας,  γι’ αυτό τον λέμε και ξαφνικό, φύσηξε την ώρα που δεν έπρεπε και φανέρωσε την πρόοδο της τεχνολογίας και την προσαρμογή της στη λατέρνα, μια προσαρμογή που διευκολύνει το χειρισμό της, αλλά το σπουδαιότερο ότι αύξησε τη χωρητικότητα  σε μουσικά κομμάτια χωρίς να χρειάζεται κάθε τόσο να αλλάζει κύλινδρο ο λατερνατζής.
Και πριν να συμβεί αυτό το φύσημα του αέρα και το ξεσκέπασμα της λατέρνας από το κόκκινο βελούδινο κάλυμμα, ακούγοντας τη μουσική μού φάνηκε ότι ήταν « κάπως», ότι ακούγονταν πιο δυνατά, φαινόταν αλλιώτικη η μουσική της ρομβίας, αλλά όταν ακούς κάτι και σ’ αρέσει δε μπαίνεις σε λεπτομερείς αναλύσεις, αυτό συνήθως γίνεται στο τέλος μια συναυλίας, εκεί σχολιάζουμε τα μουσικά κομμάτια που ακούστηκαν και « τι ωραίο το τάδε και πώς έπαιζε το βιολί» και «εγώ με το Λάκη όταν είχαμε πάει στη Βιέννη. . . .» και λοιπά και όλα αυτά με πολύ  δυνατή φωνή για να ακούν και οι διπλανοί. . . . ακουγόταν παράξενα η μουσική, δεν έμοιαζε με τη μουσική της κανονικής λατέρνας, αλλά λες, θα είναι απ’ τον αέρα που φέρνει τον ήχο πιο δυνατό, είπαμε δεν το ψάχνεις, απλώς σου αρέσει και το απολαμβάνεις, για μια στιγμή φύσηξε δυνατά λοιπόν και  από δω και πέρα προσοχή, διαβάστε αργά, άλλωστε όλο το γραπτό και κάθε γραπτό αν δεν είναι  ειδοποίηση της εφορίας ή κλήση της τροχαίας, διαβάζετέ το αργά όπως πίνουμε τον καφέ για να τον απολαμβάνουμε, φύσηξε που να μή φυσούσε και το κόκκινο βελούδινο πανί που σκέπαζε τη λατέρνα ανασηκώθηκε, πετάρισε προς τα πάνω για δυο τρία δευτερόλεπτα και φάνηκε  στο μπροστινό μέρος της λατέρνας κάτω από το κάδρο με τη φωτογραφία της ξεμπράτζωτης παχουλής ωραίας Αντριάνας που στολίζει κάθε σοβαρή ρομβία, με το ένα πόδι πάνω στο άλλο και με  ‘κείνο το «κλός» φόρεμα να πέφτει όμορφα καλύπτοντας όσα αργότερα αποκαλύφθηκαν και χάθηκε η μαγεία της σκεπασμένης γάμπας και του κλειστού γιακά και πάλι μετά την «αποκάλυψη» ο κόσμος δε χάθηκε ούτε ενέσκηψαν λιμοί, μόνο αυτοί που τα κατηγόρησαν όλα αυτά έφυγαν μίζεροι και νηστικοί απ’ αυτή τη ζωή,( νάτο το καρφί το . . .ρίξαμε πάλι), αλλά όλοι λέμε ότι αυτός. . . .ή αυτή. . . . «έφυγε» με ανοιχτά μάτια και όλοι γνωρίζουμε τι σημαίνει αυτό,( νάτο και το δεύτερο καρφί), φάνηκε λοιπόν εκεί από κάτω κάτι το γνώριμο αλλά  για μια λατέρνα αταίριαστο, φάνηκε αυτό που για μερικές στιγμές πήγε να διαλύσει τη μαγεία από την παρουσία και τη μουσική της λατέρνας  και για να μη μακρηγορούμε, κάτω από το κάλυμμα φάνηκε ένα αρκετά μεγάλο κασετόφωνο συνδεμένο με μαστοριά με αόρατα ηχεία και με ένα διακόπτη σε σημείο εύκολου χειρισμού, δίπλα από το αριστερό χέρι του μαέστρου, ένα διακόπτη απ’ αυτούς που δουλεύουν πάνω κάτω και γράφουν δίπλα ON- OFF. Άρα λοιπόν ο μελαψούλης ο μαυριδερός την έκανε τη δουλειά αλλά χαλάλι του, ο αέρας δε φυσάει πάντα τόσο δυνατά και ο ίδιος το ξέρει αυτό, και ο διακόπτης σε απόσταση βολής από το αριστερό χέρι, τη μανιβέλα τη γυρίζει ο μαέστρος έτσι, γιατί πρέπει να γυρίζει όπως στις κανονικές λατέρνες, τα είχε συγχρονισμένα όλα ο μαέστρος και σίγουρα θα είχε κάνει και τις πρόβες του, αλλά βλέπεις υπάρχουν και τα απρόοπτα σπάνια βέβαια αλλά υπάρχουν, ο ξαφνικός αέρας φταίει που φανέρωσε την κομπίνα, αυτήν τη μετατροπή, και πάντως, ότι και να φταίει, δε σού αλλάζει τη διάθεση, θαυμάζεις το δαιμόνιο της μαυριδερής ράτσας και αρκείσαι να πεις « ρε τον μπαγάσα μπράβο του» και να χαμογελάσεις καλοπροαίρετα. . . .!!     Αυτά. . . .
                                                                               Βαγγέλης Μαυροδής.

Δεν υπάρχουν σχόλια: