Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2012

Ο Παράξενος Μέρμηγκας


     (Πάσχουν τα μερμήγκια  από Αλτσχάιμερ;)
     Όταν  ακούς  να λένε   «τί κουβαλάει αυτός κλπ»,  φέρνεις στο μυαλό την εικόνα κάποιου  ο οποίος φορτωμένος με λίγα ή πολλά, με μικρό ή μεγάλο δέμα ή ξύλα, κουρασμένος κατευθύνεται κάπου και αν αυτό συμβαίνει στην πόλη, αποκλείεται να έχει στους ώμους του ξύλα, μια μπάλα τριφύλλι  ή  ένα  κλεμμένο. . . . . . κατσίκι,
σίγουρα θα είναι φορτωμένος και ξεχεριασμένος με ψώνια σε τσάντες και σακκούλες, αλλά  βλέπεις και μερικούς να σέρνονται χωρίς να είναι φορτωμένοι και μάλλον αυτοί, κουβαλούν  την τεμπελιά τους,  ή  τη βαριεστιμάρα τους, μπορεί όμως να κουβαλούν και τα βάσανά τους, και κάποιος, ακόμα και το πάθημά του από  . . . λανθασμένο υπολογισμό   και είναι αρκετά  γνωστό το ανέκδοτο για κείνον που νόμισε οτι  αερίστηκε, αλλά  δυστυχώς κλπ κλπ, σπάνια περίπτωση, αλλά μπορεί και να συμβεί. . . , ξεκινήσαμε το . . . πόνημα με σοβαρότητα και παρά λίγο να . .. παρασυρθούμε, αλλά το χούι δεν κόβεται.    Κάθεσαι και σκέφτεσαι λοιπόν, κοιτάς δεξιά αριστερά  στύβοντας το μυαλό για να κατεβάσει ιδέες  μήπως και βρεθεί διέξοδος στις δυσκολίες που αντιμετωπίζεις αβοήθητος και βλέπεις κάποιους  να φορτώνουν με πονηριά τα δικά τους προβλήματα σε άλλους  και αναρωτιέσαι πώς είναι δυνατόν να υπάρχουν τόσοι πρόθυμοι  «αχθοφόροι», αλλά όλα έχουν μια εξήγηση,  κι’ αν το ψάξεις παραπέρα, θα διαπιστώσεις οτι  η αντοχή και υπομονή τού κάθε  «αχθοφόρου» εξαρτάται από  την ανοιχτωσιά τού μυαλού του και  από τις ανάγκες  ιδίως τις ανάγκες και μάλιστα τις τεχνητές, που  άλλοι τού δημιουργούν.  Αφορμή για τις παραπάνω σκέψεις  στάθηκε ένα παράξενο φαινόμενο, πόσο  παράξενο δηλαδή, αφού τέτοια συμβαίνουν στη φύση κάθε μέρα αμέτρητα, αλλά  εμείς δεν τα βλέπουμε και πού να τα δούμε, που εδώ και πάρα πολύ καιρό πιστεύουμε μόνο  σε όσα δείχνε η τηλεόραση. Σήμερα λοιπόν  συνέβη το αναπάντεχο. Από την αρχή τού καλοκαιριού  οι μόνιμοι και καθημερινοί επισκέπτες και συγκάτοικοί μας είναι τα αμέτρητα τζιτζίκια που πριονίζουν τα νεύρα μας αρχίζοντας πριν βγει ο ήλιος μέχρι αργά το βράδυ, είναι οι πράσινες σαύρες με το συνεχές κυνηγητό γύρω απ’ το τροχόσπιτο οι οποίες ανεβασμένες στο φράχτη μάς κοιτούν περίεργα, μαζί και τα λίγα ενοχλητικά κουνούπια που μάς τιμούν στο βραδινό δείπνο,  βάλε και τα μεταμεσονύχτια νιαουριτά από τις γάτες και  να η πλήρης εικόνα των γειτόνων και απρόσκλητων μουσαφιραίων τής καλοκαιρινής μας  τροχοσπιτιακής διαμονής  κάτω από τον παχύ ίσκιο  τής καρυδιάς. Όσοι δεν έχουν εμπειρία από παρόμοια διαμονή στη φύση δυσκολεύονται να προσαρμοστούν, αλλά από κάποια στιγμή  και πέρα όχι ότι συνηθίζουν, αλλά απλώς προσαρμόζονται υποχρεωτικά  γιατί δε γίνεται κι’ αλλιώς. Έτσι, ενώ στην αρχή ακούγονται  τρομαγμένες φωνές και ξεφωνητά, και «αχ. . .τρέξτε. . . τί  είναι αυτό;», σιγά σιγά οι ίδιες φωνές  φτάνουν να δίνουν συμβουλές και να καθησυχάζουν τούς άλλους, τους άσχετους.    Μπροστά λοιπόν   από το τροχόσπιτο στο κουρεμένο χορτάρι, φάνηκε να περνάει διαγώνια ένας μερμηγκόδρομος  πάνω στον οποίο  η κυκλοφοριακή συμφόρηση είναι φανερή. Ο στενός δρόμος ξεκινάει πίσω από το φράχτη, από το οικόπεδο τού γείτονα, διασχίζει διαγώνια την χορταριασμένη αυλή μας σε ένα μήκος είκοσι μέτρων και καταλήγει πίσω από το τροχόσπιτο, εκεί που βάζεις μερικά πράγματα τα οποία δε χρειάζονται, ή δε θέλεις να φαίνονται. Χιλιάδες  κατάμαυρα μερμήγκια πηγαινοέρχονται  και καταλήγουν εκεί, στη στενούρα μεταξύ τροχόσπιτου και  φράχτη, εκεί είναι ο ελλειψοειδής κρατήρας που έγινε από τα μπάζα που έβγαλαν τα μερμήγκια σκάβοντας όλη τη νύχτα για να κάνουν τη υπόγεια φωλιά τους. Ελλειψοειδής ο επιφανειακός κρατήρας, γιατί τα μερμήγκια άγνωστο για ποιο λόγο, διάλεξαν να σκάψουν την υπόγεια φωλιά τους δίπλα από μια  πέτρα κι’ έτσι  τα μπάζα που έβγαλαν έπεσαν μονόπατα. Πάνω στο μερμηγκόδρομο κινούνται  χιλιάδες μερμήγκια, και προς τις δύο κατευθύνσεις  χωρίς να μπορείς να υπολογίσεις  αν είναι περισσότερα  όσα κινούνται προς τη φωλιά, ή αντίθετα. Το περίεργο όμως είναι οτι τα μερμήγκια που κινούνται  προς τη φωλιά τους, ενώ θα περίμενες να είναι όλα φορτωμένα, βλέπεις οτι  πάρα πολλά,  ίσως το ένα τέταρτο τού πληθυσμού που κινείται,  τα βλέπεις να προχωρούν έτσι άσκοπα, να . . . χαζεύουν από δω κι’ από κει σαν αργόσχολοι συνταξιούχοι  χωρίς να μεταφέρουν  κάτι, και ενώ από δίπλα τους περνούν «συνάδελφοι» κουβαλώντας  αντικείμενα δυσανάλογα μεγάλα για το μπόι τους και τη δύναμή τους, και μερικοί  δυο και τρεις μαζί σέρνουν  κάτι μεγάλο, κανείς από τους κοπανατζήδες δεν τα προσέχει αυτά, και είναι φανερό οτι κάνουν  πως δε βλέπουν και σφυρίζουν αδιάφορα, δε θέλουν να παρατήσουν  το άσκοπο σουλατσάρισμα και να τρέξουν για βοήθεια, παρά το ότι έχει καθιερωθεί σε όλη την υφήλιο να λέμε οτι  τα μερμήγκια  ζουν και εργάζονται σύμφωνα με τα πρότυπα του αρχαιότερου  . . .σοσιαλιστικού μοντέλου. Σ’ αυτόν τον μερμηγκόδρομο λοιπόν, συμβαίνουν παράξενα πράγματα. Ενώ   άλλοι μέρμηγκες σουλατσάρουν άσκοπα και . . .χαζεύουν κάνοντας διαδρομές χωρίς φορτίο,  γράφοντας κόκκινα χιλιόμετρα όπως τα λεν οι φορτηγατζήδες, βλέπεις  να περνούν  άλλοι . . . .συνάδελφοί τους σε ομάδες των πέντε και   παραπάνω, να περνούν κουβαλώντας  ένα θεόρατο για τα μέτρα τους αποξηραμένο σκουλήκι και πού το πέτυχαν, βλέπεις όλα αυτά και συμπεραίνεις οτι ακόμα και στα  αμιγώς . . .μερμηγκοσοσιαλιστικά συστήματα  κάποιοι τη βγάζουν καθαρή σε βάρος «τής βάσης» και των ιδεολόγων, κι’ αυτό το συμπέρασμα βγαίνει μόνο από την παρατήρηση των όσων συμβαίνουν στην επιφάνεια, γιατί ποιος ξέρει τί γίνεται στο σκοτάδι των κάτω διαμερισμάτων της φωλιάς, εκεί που  εδρεύουν τα υπουργεία, εκεί που οι διάφοροι ωραίοι και επώνυμοι  -Άκηδες  (μερμηγκάκηδες) παίρνουν τις αποφάσεις και μοιράζουν τα πόστα και τα αξιώματα, εκεί που υπάρχουν  οι αποθήκες τροφίμων και η όποια. . . πολυτέλεια. Και δε γνωρίζουμε κι’ ούτε κανείς θα μάθει ποτέ αν αυτά τα φαινόμενα  τής διαλυτικής χαλάρωσης  που παρατηρούνται στην επιφάνεια μακριά και έξω από την μερμηγκοφωλιά, αν δεν παρατηρούνται αναλογικά και στο εσωτερικό της. Θα μού πει κάποιος οτι για όλα έχει προβλέψει το σύστημα, αλλά οι πολλοί επιφανειακοί . . . κοπανατζήδες  το ρεζιλεύουν αυτό το σύστημα, εκτός. . ., εκτός αν όλοι αυτοί οι σουλατσαδόροι που δεν κάνουν τίποτα,  απλώς αποτελούν την πολυπληθή  . .  .δημοτική αστυνομία τής αποικίας, αποτελούν το «μάτι»  τής κεντρικής  εξουσίας, οπότε το . .  .Πολίτευμα  της μερμηγκοφωλιάς κάθε άλλο, παρά δημοκρατικό μπορεί να είναι,  και αν είναι έτσι, καταρρίπτεται ο γνωστός μύθος περί εργασιομανίας των μερμηγκιών, γιατί μια εξαρτημένη και αστυνομευόμενη εργασία δεν πείθει κανέναν οτι προσφέρεται οικειοθελώς και από  καθαρά ιδεολογικά κίνητρα. Βέβαια κάποιος εργατοπατέρας, ας πούμε της Γεσεέ  θα μας πει ότι οι αργόσχολοι σουλατσαδόροι  μπορεί και να είναι . . .αδειούχοι, ή να κάνουν τα «ρεπά τους» αλλά  δύσκολα θα μας  πείσει     γιατί συνήθως οι αδειούχοι δεν βρίσκονται στον τόπο της εργασίας και οι «ρεπατζήδες»  μάλλον προς το . .. κυλικείο βρίσκονται και ξεκουράζονται. Άρα; Τι λέγαμε;  Όμως,  ο  αγαπητός και ακριβός αναγνώστης ήδη θα άρχισε να αναρωτιέται τί θέλει να πει, και τί υπονοεί  τελοσπάντων εκείνος ο ερωτηματικός υπότιτλος στην αρχή   αν δηλαδή πάσχουν τα μερμήγκια από τη νόσο τού αλτσχάιμερ. Έ λοιπόν  δεν τη γράψαμε έτσι αυτήν την απορία, και η ερώτηση δεν είναι ρητορική, γιατί η απάντηση  έρχεται πλήρης και αιτιολογημένη  όπως θα φανεί στη συνέχεια, χωρίς αυτή η συνέχεια να μάς υποχρεώσει να . . . βραδιαστούμε. Όση ώρα λοιπόν  καταγράφαμε τις παρατηρήσεις για τα συμβαίνοντα στον μερμηγκόδρομο,  φάνηκε  από το βάθος τού δρόμου να προχωρεί προς τη φωλιά με βήμα αργό και κουρασμένο, ένας καταϊδρωμένος μέρμηγκας, να προχωράει και κάθε τόσο να σταματά για να  . . .ξαποστάσει και να ανασάνει, αλλά το περίεργο είναι οτι ο μέρμηγκας προχωρεί με την όπισθεν  γιατί αλλιώς δε γίνεται, και πώς θα προχωρούσε κανονικά, αφού  αντί να κουβαλάει κάτι συνηθισμένο, ας πούμε ένα σπόρο, ή μια ψόφια μέλισσα ή κάτι τέλος πάντων το οποίο να τρώγεται, αυτός ο ταλαίπωρος, σέρνει με πολύ κόπο, ένα άχρηστο πράγμα και δυσανάλογα βαρύ για το μπόι του,  σέρνει ένα καμένο σπίρτο. . .!! Τον βλέπεις το φουκαρά το . . . γέρο να  προσπαθεί και τον λυπάσαι. . .Απορείς γιατί το κάνει αυτό, κι’ αναρωτιέσαι,  μήπως και στον κόσμο των μερμηγκιών  υπάρχουν βαρυποινίτες και κάτεργα;   Ή μήπως   ο εγκέφαλος τού γερομέρμηγκα διέγραψε λόγω. . . Αλτσχάιμερ  τις άνωθεν εντολές  για τη χρησιμότητα  ορισμένων αντικειμένων;  Μήπως ο φουκαράς ο γέρος «τόχασε»  και βλέποντας το καμένο σπίρτο  το πήρε ως κάτι χρήσιμο;  Λέτε  να τού διαφεύγει η χρησιμότητα τού πράγματος  λόγω Αλτσχάιμερ, αλλά  η  κατ’ ανάγκη μακρόχρονη και δια βίου κατευθυνόμενη και ελεγχόμενη εργασιομανία του  να αποδείχθηκε ισχυρότερη; Παρόμοια περιστατικά δυστυχώς, μάλλον θα πληθύνουν στο μέλλον, και φαντασθείτε τον εβδομηντάρη δημόσιο υπάλληλο  με βλέμμα απλανές και πλατύ χαμόγελο να ρωτάει το διευθυντή του, «εσείς τί θέλετε; Ποιος είστε; Σάς εξυπηρετούν;» Ή την κυρία φιλόλογο  σε βαθύ γήρας, να  προσπαθεί να θυμηθεί για ποιο λόγο μπήκε στην αίθουσα. . . .!! Λέτε;   Μακάρι να μη, αλλά.. . .
 Βαγγέλης Μαυροδής.   Σκάλα Ποταμιάς Θάσου.
    Κεκαυμένου μηνός Ιουλίου  λήγοντος  εν έτει  ,βι΄α.
Και για να δεθούν χρονολογικά τα γεγονότα τού κειμένου με την . . . ιστορική περίοδο της γερής φαγοποσίας την οποία διανύουμε, αλλά και της νομοθετημένης ατιμωρησίας, διαβάστε παρακάτω την  κατά δύναμη. . .αρχαιοπρεπή διατύπωση, κι’ αν θέλει κάποιος φιλόλογος της Κλασσικής, ας τη διορθώσει.            
    ΞΥΝΕΒΗΤΑΑΝΩ               ΑΧΑΙΑΣΗΓΕΜΟΝΟΣΑΡΧΟΝΤΟΣΘΗΣΑΥΡΟΦΥΛΑΚΟΣOLIRENIΙMAGNΙFICI    BRUSSELIANΙΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΕΥΟΝΤΟΣΟΦΙΚΙΑΡΙΟΥΑΡΧΟΝΤΟΣΓΕΩΡΓΙΟΥΜΙΚΡΟΥΤΟΥΡΗΤΟΡΟΣΕΝΒΟΥΛΕΥΤΗΡΙΩΑΝΤΙΛΕΓΟΝΤΟΣΑΝΤΩΝΙΝΟΥΜΕΣΣΗΝΙΑΚΟΥΤΟΥΝΕΟΥΚΑΙΕΝΤΑΥΤΩΚΑΘΕΔΡΕΥΟΝΤΟΣΠΕΤΣΑΛΝΙΚΙΟΥΦΙΛΙΠΠΟΥΤΟΥΑΝΩΡΙΜΟΥΚΑΣΤΟΡΙΕΩΣΠΑΡΙΣΤΑΜΕΝΟΥΕΝΙΟΤΕΚΑΙΤΟΥΕΚΠΕΠΤΩΚΟΤΟΣΚΩΣΤΑΚΗΤΟΥΕΛΑΧΙΣΤΟΥΚΑΙΝΩΘΡΟΥΤΟΥΕΝΤΟΙΣΟΡΕΙΝΟΙΣΕΔΡΑΝΟΙΣΤΟΥΒΟΥΛΕΥΤΗΡΙΟΥΧΑΣΜΩΜΕΝΟΥΚΑΙΗΓΟΥΜΕΝΕΥΟΝΤΟΣΕΦΡΑΙΜΙΟΥΒΑΤΟΠΕΔΙΝΟΥΛΙΒΑΝΙΖΟΝΤΟΣΚΑΙΜΕΛΩΔΟΥΝΤΟΣΗΧΩΠΛΑΓΙΩΤΕΤΑΡΤΩΕΡΡΩΣΘΕΤΑΛΑΙΝΕΣ . . .Και αφού, αφάνισαν όλο το μαντρί, τους συνέλαβαν με τα κλεμμένα κατσίκια στους ώμους, αλλά  επειδή ως γνωστόν τοις πάσι από αρχαιοτάτων χρόνων, ουδέ  πώποτε «κόραξ κοράκου οφθαλμόν ανείλεν,»     ΕΔΟΞΕΤΗΒΟΥΛΗΑΠΟΝΤΟΣΤΟΥΔΗΜΟΥ, τη ζημιά να την πληρώσει ο ίδιος ο Δήμος, δηλαδή εμείς, ό εστί μεθερμηνευόμενον «εκεί που μάς χρωστούσαν, μάς πήραν και το βόδι». Κι’ αφού δε γευτήκαμε τίποτα,  και μόνο  βλέπαμε πώς έτρωγαν οι άλλοι, μάς καλούν τώρα να πληρώσουμε εμείς το λογαριασμό κι’ αυτοί πάλι να μείνουν στην απόξω. Περαστικά μας, αλλά να το βάλλουν στο μυαλό τους καλά. Η μνήμη μας ακόμα λειτουργεί. . ..   Και για όσους βαριούνται να διαβάσουν τη μεγαλογράμματη και άνευ διαστημάτων γραφή,  μεταφέρουμε το κείμενο στην κανονική, τη  συνηθισμένη και ευκολονόητη, αλλά χωρίς τη μετάφραση. και. . . «Ξυνέβη τα άνω, Αχαϊας Ηγεμόνος Άρχοντος Θησαυροφύλακος Όλι Ρεν τού μεγαλοπρεπούς τού εκ Βρυξελών, Πρωθυπουργεύοντος Τιτλούχου Άρχοντος Γεωργίου Μικρού τού ρήτορος, εν Βουλευτηρίω αντιλέγοντος Αντωνίνου Μεσσηνιακού τού Νέου και εν ταυτώ καθεδρεύοντος Πετσαλνίκου Φιλίππου τού Ανωρίμου Καστοριέως, παρισταμένου ενίοτε και τού εκπεπτωκότος Κωστάκη τού Ελαχίστου και Νωθρού, τού εν τοις ορεινοίς εδράνοις τού Κοινοβουλίου χασμωμένου, και ηγουμενεύοντος Εφραιμίου Βατοπεδινού λιβανίζοντος και μελωδούντος ήχω πλαγίω τετάρτω, Έρρωσθε Τάλαινες. Νομίζω όμως ότι θα ήταν χρήσιμο να  κάνουμε και μια πρόχειρη μετάφραση κι’ ας είπαμε παραπάνω ότι δεν χρειάζεται,  για να μη βγει κάποιος και πει πικρόχολα οτι τον ζαλίσαμε. Και η μετάφραση,   Τα παραπάνω συνέβησαν τότε που ηγεμόνας και άρχοντας θησαυροφύλακας στην Αχαϊα (δηλαδή στην στην Ελλάδα), ήταν ο Όλι Ρεν ο μεγαλοπρεπής  Βρυξελιώτης, (τότε που) τον πρωθυπουργό παρίστανε ο τιτλούχος εκλεγμένος άρχοντας Γιωργάκης ο μικρός ο και ρήτορας αποκαλούμενος,  (και) τον αρχηγό τής αντιπολίτευσης στη Βουλή παρίστανε ο Αντώνιος  Μεσσήνιος ο Νέος, και πρόεδρος της βουλής ήταν ο Φίλιππας Πετσαλνίκιος Καστοριανός, ο αποκαλούμενος και ανώριμος, παρουσιάζονταν (πού και πού ) στη βουλή και ο  Κωστάκης ο μικρός ο και  νωθρός αποκαλούμενος, ο οποίος έχασε το θρόνο (στις τελευταίες εκλογές), και κατέφευγε στα ορεινά έδρανα  για να χασμουρηθεί, και με Ηγούμενο τον Εφραίμ τον Βατοπεδινό, ο οποίος λιβανίζει και ψάλλει σε ήχο πλάγιο τέταρτο, ΕΡΡΩΣΘΕ ΤΑΛΑΙΝΕΣ, δηλαδή  νάστε καλά (βρε) φουκαράδες, ή επί το απλούστερο, εις υγείαν υμών των κορόιδων. Αυτά.




         

Δεν υπάρχουν σχόλια: