Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

Το Δικράνι



Τα Τιμαλφή της Καθημερινότητας  ( Συνέχεια)
Νο  10                        Το Δικράνι

Για το Δικράνι θα πούμε, αυτό   το ταπεινό και ξεχασμένο εργαλείο, αλλά που παρά την «ταπεινωσύνη» του,κάποτε ήταν απαραίτητο στους προγόνους μας  οι οποίοι με κάποια τετοια πρωτόγονα μέσα προσπαθούσαν να καλυτερέψουν και να ευκολύνουν τη ζωή τους όσο μπορούσαν.

Έτσι, με την ανάγκη να τους σπρώχνει στην εφευρετικότητά,  έφκιαξαν μόνοι, διάφορα εργαλεία, για καθημερινή και εποχιακή χρήση.
Και μην πάει ο νους μας στα σύνθετα  εργαλεία που χρειάζονταν υλικά «απ’ αλλού» όπως ήταν οι μυλόπετρες και άλλα, αλλά τα περισσότερα εργαλεία που χρησιμοποίησαν ακόμα και το δύσκολο αλέτρι, ήταν φκιαγμένα και μαστορεμένα από τους ίδιους, και από τους σιδεράδες –χαλκιάδες συνήθως συγχωριανούς, αφού το κάθε χωριό έκτος από τον τσαγγάρη-μπαλωματή, το Μαραγκό και τον Μπαρμπέρη, τους Ραφτάδες και τις Μοδίστρες, διέθετε οπωσδήποτε και το «Σιδηρουργείο-Χαλκιαδιό».
Μόνο Γανωματήδες δεν υπήρξαν ποτέ στο χωριό, ίσως γιατί αυτή η ειδικότητα  αποκλειστικά και δικαιωματικά, ανήκε στους συμπαθείς περιφερόμενους  μελαμψούς Αθίγγανους. 
Το χωριό διέθετε και άλλες ειδικότητες, όπως αυτήν της αυτοδίδακτης Μαμής, και τού Πρακτικού  Ορθοπεδικού, αλλά γι’ αυτές τις πολύ χρήσιμες ειδικότητες θα πούμε μια άλλη φορά και με ονόματα.
Σήμερα την τιμητική του έχει το Δικράνι.
 Και όταν λέω Δικράνι δεν εννοώ, αυτό  που γνωρίζουν οι « έξω», με τα τρία τέσσερα σιδερένια δόντια  , αλλά αναφέρομαι στο ξύλινο, εκείνο με τα τρία «κέρατα», σαν αυτά που φαίνονται στις φωτογραφίες, αυτό που στη μια φωτογραφία στέκεται  «κουτσοκέφαλα» με τα μεγάλα κέρατα να ακουμπούν στο πάτωμα, και που φαίνεται παραδίπλα από τα πριόνια, και το άλλο που ναι μεν στέκεται «όρθιο» αλλά που το «ρεζίλεψαν» αφού το καπέλωσαν, κρεμώντας στα κέρατά του  ένα δερμόνι και ένα κόσκινο . . .
Αυτό λοιπόν το «δικό» μας δικράνι, το μαστόρευαν οι ίδιοι  όσοι τους χρειάζονταν και τόφκιαχναν συνήθως από κλωνάρια Μηλιαδίσια.
Και για να βρει ο μπάρμπας το κατάλληλο κλωνάρι, έπρεπε να ψάξει παντού, γιατί δεν έφτανε το κλαδί να έχει τρία  βλαστάρια- παρακλάδια, αλλά έπρεπε σ’ αυτό να είναι και αντικρυστά τα δυό τα « κέρατα» τα μεγάλα και να υπάρχει και τρίτο από πάνω έστω και λιανότερο.
Όταν λοιπόν βρίσκονταν το κατάλληλο κλαδί, και δεν ήταν και ίσιο, και τα κλωνάρια σπάνια ήταν ίσια, με κατάλληλο δέσιμο στα «κέρατα» και  πέρασμα του κορμού ανάμεσα σε μπηγμένα παλούκια, το υπό κατασκευή Δικράνι έμενε όσο χρειάζονταν για να ισιάσει, να ξεραθεί και να σταθεροποηθεί το σχήμα του.
Και πολλές φορές  πριν από το δέσιμο  το περνούσαν πάνω από φωτιά για να μαλακώσει το ξύλο και να γίνει εύκαμπτο.
Έτσι, όταν ο «κατασκευαστής»  έκρινε ότι είχε πάρει το κανονικό σχήμα, το ξεφλούδιζε,  έκοβε τα «κέρατα» και τον κορμό-στειλιάρι όσο έπρεπε, και το έξυνε με ένα κομμάτι σπασμένο τζάμι, να φύγουν οι «αγκίδες».
Κι’ εδώ να πω ότι τα τζάμια που έσπαζαν δεν τα πετούσαμε αλλά κρατιόταν κάπου για τετοιες χρήσεις, γιατί τότε το γιαλόχαρτο  δεν το ξέραμε.
Τώρα, αν παρατηρήσετε τις δυο φωτογραφίες, τα δικράνια που είναι ακουμπισμένα  στον τοίχο, το ένα ανάποδα με τα κέρατα προς τα κάτω και το άλλο κανονικά, και τα δυο έχουν  τρία κέρατα και αν διακρίνω καλά, είναι φκιαγμένα με μονοκόματο κλωνάρι όπως είπα.
 Γιατί είδα και ξύλινο δικράνι με κανονική τη «διχάλα» αλλά το από πάνω το μικρότερο, ας το πούμε « λόντρα», το είδα να είναι «φυτεμένο» σε τρύπα που έφκιαξε ο μάστορας  με αρίδα.
Το κλασικό και ταπαεινό δικό μας  Δικράνι, είναι αυτό  με τα τρία κέρατα όπως τα είχε το κλωνάρι από το οποίο κατασκευάστηκε, και  χρησιμοποιήθηκε στο αλώνισμα και στα λιβάδια.
Και στο αλώνισμα χρησιμοποιήθηκε το δικράνι για το  ανακάτωμα-σκόρπισμα  και το γύρισμα της  καλαμιάς τού σιταριού ή της σίκαλης, για να τα «πατήσει»  η δοκάνη, και στο λιβάδι για το γύρισμα του κοσισμένου χορταριού να στεγνώσει πιο γρήγορα και να μην το κοκκινήσει ο πολύς καλοκαιριάτικος ήλιος.
Και εδώ στο «γύρισμα» του χόρτου, φαίνεται πόσο απαραίτητο είναι το τρίτο, το επάνω κέρατο, το «κιρατούδ’» που εμποδίζει το χόρτο να ξέφύγει στο πλάι.
Τόσο απλά όλα αυτά αλλά και σοφά κατασκευασμένα, από ανθρώπους, που ήξεραν, γιατί έμαθαν απ’ τους παλιούς, κι’ εκείνοι από κάποιους παλιότερους .
Είναι όμορφο εργαλείο το Δικράνι για όσους το γνώρισαν, ελαφρύ, και εύκολο στη χρήση του.
Και και εκείνοι οι οι καναδυό παλιότεροι, με τους οποίους κάποτε μίλησα,  μού περιέγραψαν με συγκίνηση τη διαδικασία της κατασκευής του και τις δυσκολίες μέχρι να πάρει  το κατάλληλο σχήμα, να δοθεί το σωστό άνοιγμα  και ιδίως να  υπάρχει η ελαφριά πλαγιαστή καμπούρα, η  καμυλότητα στα μεγάλα κέρατα, εκείνη η «στραβάδα»  και στα τρία κέρατα,  που κάνει το Δικράνι να συγκρατεί στην αγκαλιά του το ξερό χορτάρι αλλά και να «γλιστράει»  στην επιφάνεια του λιβαδιού και να μην μπήγεται στο χώμα.
 Βέβαια τη διαδικασία αυτή που την είδα ο ίδιος, τη γνωρίζω και τη θυμάμαι  . . .ακόμα.
 Γιατί εκεί στη γειτονιά, δίπλα στο σπίτι μας, είδα κάποτε το γείτονα τον μπάρμπα Γιώργη το Σιαματά να φκιάχνει το δικό του δικράνι, από κλωνάρι καστανιάς. Και όπως μας είπε εμάς τα παιδιά που περίεργα  παρακολουθούσαμε το «κάψιμο», το παλιό Δικράνι που είχε το «Μηλιαδίσιο» είχε σπάσει.
Το ξύλινο δικράνι  περίπου στα μέσα της  δεκαετίας του ’60 ξεχάστηκε γιατί βγήκαν τα σιδερένια οι «πηρούνες» όπως τα είπαμε που ήταν χρήσιμα για πολλές δουλεις.
 Και τα ελάχιστα ξύλινα δικράνια που έμειναν, αν δε σάπισαν  κάπου έξω, στριμώχτηκαν στα κατώια ή  ξεχάστηκαν σε κάποια παρατημένη  καλύβα.
 Αλλά  είναι αξιέπαινοι όσοι τα κράτησαν αυτά τα ταπεινά εργαλεία,  και άξιοι συγχαρητηρίων εκείνοι που τα χάρισαν σε κάποιο μουσείο, για να μπορούν να τα βλέπουν όσοι δεν τα γνώρισαν.
 Τώρα αν μιλήσεις  σε κάποιους που έμαθαν περισσότερα, αν τους μιλήσεις για το Δικράνι, θα θυμηθούν ίσως κάτι από την ιστορία και θα σού πουν για τα «Καυδιανά Δίκρανα» και μάλλον δεν ήταν πολλά αυτά τα «Δίκρανα» αλλά μόνο ένα, που πήρε την ονομασία αυτή από το ομώνυμο στενό πέρασμα κάπου στην Ιταλία, εκεί που οι Σαμνίτες το 321 π.χ νίκησαν τους ισχυρότερους Ρωμαίους.
Εκεί,  οι νικητές για να  ταπεινώσουν τους υπερφίαλους Ρωμαίους, έστησαν δύο ακόντια  μπηγμένα στο χώμα και δεμένα από πάνω έτσι που να σχηματίσουν «Δίκρανο» και τους ανάγκασαν να περάσουν σκυφτοί από κάτω, κάτι που στην αρχαιότητα θεωρήθηκε ο πιο ταπεινωτικός εξευτελισμός για τη Ρώμη.  
Αυτό ήταν το δικράνι, που σήμερα το βλέπουμε μόνο σε μερικά μικρά Μουσεία ιδίως σε χωριά και μικρές πόλεις, εκεί όπου μερικοί ευαισθητοι μάζεψαν όλα αυτά τα παλιά εργαλεία, και τα σκεύη, όλα τα ξεχασμένα  και τα «άχρηστα» όσα γλίτωσαν από την περιφρόνηση και τη φθορά, τα έβγαλαν από την αφάνεια και  τα έσωσαν, εκθέτοντάς τα στα μάτια όσων έχουν την περιέργεια να ρωτήσουν και να μάθουν.  . .
Και σε κάθε χωριό, ακόμα υπάρχουν πάμπολα τέτοια «παλιά» που αν δεν μπορούν  να εκτεθούν  σε ιδιαίτερο  μουσείο, μπορούν κάλιστα να αραδιαστούν με ασφάλεια και καλαισθησία κάπου, ακόμα και στον περισσευάμενο χώρο μιας αίθουσας Σχολείου ή Δημαρχείου.
Μια τέτοια «Έκθεση» θα είναι ένα διαρκές μνημόσυνο για εκείνους που χρησιμοποίησαν αυτά τα εργαλεία και σκεύη, που τους βοήθησαν να συνεχίσουν τη ζωή τους. Ένα μνημόσυνο  για τους δικούς μας ανθρώπους. 
             Βαγγέλης Μαυροδής 

1 σχόλιο:

Ξενάκι Ξένο είπε...

Ευχαριστώ, ήταν πολύ ενδιαφέρον!