Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2013

Τα Τιμαλφή της Καθημερινότητας

(Εισαγωγή )

Έτσι τα ονομάζω εκείνα τα ταπεινά, ταπεινά μεν αλλά και τόσο απαραίτητα  πράγματα, εκείνα τα εργαλεία και σκεύη που χρησιμοποιήθηκαν σε παλιότερες εποχές και εξυπηρέτησαν τα νοικοκυριά και τις αγροτικές γενικά εργασίες, και που σιγά σιγά αποσύρθηκαν, ξεχασμένα σε κάποιο κατώι ή περασμένα στα κενά της σκεπής κάποιας από χρόνια αχρησιμοποίητης καλύβας. . .
Και είναι πολλά , πάρα πολλά αυτά τα εργαλεία και θα τα αναφέρω ένα ένα, για να τα ξαναθυμηθούν οι παλιότεροι, και  να μάθουν οι νέοι, όσοι θέλουν βέβαια, γιατί από τη στιγμή που στα σπίτια μας όλοι πλέον έχουμε ηλεκτρικό, τι το θέλει ο μικρός να μάθει για το . . . γκαζοκάντηλο ή τι ήταν το θειαφοκέρι που δεν έσβηνε με τον αέρα και τη βροχή, κι’ αφού όλα τα σπίτια διαθέτουν ψυγεία γιατί να ξέρει ο μικρός τι ήταν το «Φανάρι» με τη σήτα;   Θα αναφερθώ σε πολλά τέτοια «παλιά» και θα ξεκινήσω από τα απλούστερα, και σιγά σιγά, θα μπούμε και στα σύνθετα  . . .και εδώ είμαστε, αλλά επειδή πολλές φορές μερικά πράγματα ξεχνιούνται, καλό θα είναι τα γραφόμενα να σχολιαστούν με καλή διάθεση, για να προσθέσουν και λεπτομέρειες όσοι γνωρίζουν περισσότερα, να πουν τη γνώμη τους για να συμπληρωθεί η εικόνα τού κάθε εργαλείου ή σκεύους και να μείνει στους κατοπινούς. Τώρα θα πει κάποιος και τι να το κάνουν να ξέρουν οι κατοπινοί, οι ύστερα από μας, να ξέρουν πως «γεμίζει» ένα σαμάρι με σικαλιά, και πως λέγεται το ειδικό εργαλείο- βελόνα με την τρύπα στη . . . μύτη, να μάθουν πώς  και με ποια εργαλεία πεταλώνεις ένα μουλάρι, ή πως δίνεις το «τσιαπράζι» σε ένα πριόνι; Και γιατί να ξέρουν τί είναι το αμόνι του κοσατζή και το κουσοσφύρι, τι ήταν η ξύλινη σαΐτα  και τα καλαμούδια της στον αργαλειό, και το διπλωμένο φτερό που  σφήνωνε το ειδικό ξυλάκι στη σαΐτα, γύρω από το οποίο στρέφονταν το καλαμούδι που πάνω σ’ αυτό το καλαμούδι  ήταν τυλιγμένο το «υφάδι» , τι ήταν τα μιτάρια και το ξυλόχτενο, οι πατήτρες και  πάρα πολλά  άλλα; Θα τα πω  όμως όσο γίνεται καλύτερα και με όσες θυμάμαι λεπτομέρειες, κι’ άμα κάποιες τέτοιες λεπτομέρειες φανούν βαρετές, αφήστε τες για τους ειδικούς και για όσους θυμούνται ακόμα, κι’ όποιος είναι περίεργος ..  .ας περάσει, ορίστε. . .  . . Οι άλλοι, οι ανυπόμονοι και αδιάφοροι, ας κάνουν αυτό που τους αρέσει, κι’ ας κρατήσουν τα σχόλιά τους  σε χαμηλό τόνο. Άλλωστε όσα θα γράψω επανέρχονται στην παραφορτωμένη μνήμη ύστερα από πολλά χρόνια κι’ έτσι, αν κάπου θα κάνω λάθος, είπαμε, ας βγει κάποιος να με διορθώσει, κι’ άμα αυτός ο κάποιος ή η κάποια δεν τάχει καλά με την ηλεκτρονική επικοινωνία, ας βάλει κάποιον άλλο να το κάνει, ντροπή δεν είναι.    

Και, αφού  αυτά τα εργαλεία και τα σκεύη ήταν κάποτε κομμάτια της ζωής μας στα χωριά,   αφού με τέτοια ζήσαμε, και παρέα με τα τέτοια μεγαλώσαμε, δε θα πρέπει να πούμε δυο κουβέντες  για να μείνουν; Να πούμε κάτι γι’ αυτά τα πράγματα που παν να ξεχαστούν, να πούμε λίγα λόγια  και μόνο σαν ένα αλλιώτικο μνημόσυνο  για εκείνους τους μπαρμπάδες, τους γονείς και τους παππούδες μας, τις Μανάδες μας και τις Γιαγιάδες και τις αιωνόβιες Μανάκες μας  που χρησιμοποίησαν αυτά τα άγνωστα σήμερα εργαλεία και σύνεργα και προσπάθησαν να διευκολύνουν τις δουλειές και γενικά τη ζωή τους, και που με πολύν κόπο πορεύτηκαν  και τα αφήκαν σε μας εκείνα τα ταπεινά, ξέροντας και βλέποντας ότι κάποτε θα ξεπεραστούν και μάλλον εμείς οι επόμενοι δεν θα τα ξαναχρησιμοποιήσουμε; Άφησαν πίσω τους εργαλεία και προσωπικά αντικείμενα, έχοντας όμως βαθειά μέσα τους την ελπίδα ότι τουλάχιστον αυτά δεν θα πεταχτούν και θα μείνουν κάπου να θυμίζουν το πέρασμά τους από «εδώ».   . .Και η αναφορά σε κείνα τα παλιά εργαλεία και αντικείμενα, ας είναι ένα μνημόσυνο για τον μπάρμπα Διονύση απ’ το Νεοχώρι, τον μπάρμπα Γρηγόρη και τον μπάρμπα Φωκίωνα  απ’ τη Βαρβάρα, τον παππού το Θεολόγη από τ’ Αρβενίκια και τόσους άλλους, για τη γιαγιά την Κατερίνη, την Πολυξένη και τη   Μαργαρώ, την Μανάκα Μπιγίνα και τόσες άλλες,  που αφήκαν πίσω τους τον Αργαλειό, το Ροδάνι την Ανέμη και τη Ρόκα, ένα μνημόσυνο για τον αφανή υλοτόμο από το Νεοχώρι, τα Στάγειρα και την Ολυμπιάδα, από τον Ταξιάρχη και την Αρναία και απ’ όπου αλλού, που ξενιτεύτηκαν και δούλεψαν στην Κόκοβα, στο Καϊμακτσαλάν, στον Άθωνα όπου υπήρχε δουλειάς, και κάποτε όλοι αυτοί αποσύρθηκαν και  αφήκαν πίσω τα εργαλεία τους να σκουριάζουν παραπονεμένα και αχρησιμοποίητα. Κι’   ακόμα ας είναι μια αναφορά για τον ανώνυμο μεταλλωρύχο που με το φκιάρι, την κράτσνα και το πικούνι κατέβηκε  στις στοές μόνο με τη λάμπα της ασετιλίνης, που κατέβηκε νέος και βγήκε παραπονεμένος και απόμαχος. Όλοι εκείνοι οι αφανείς επώνυμοι κοντινοί συγγενείς και μακρινοί ανώνυμοι, για μάς  μόχθησαν, «πολέμησαν» όπως το λέμε στα μέρη μας,  για να φτάσουμε εμείς ως εδώ, να πορευτούμε κι’ εμείς κάτω από καλύτερες συνθήκες και ν’ αφήσουμε  στους παραπίσω όσα καλά και τίμια μπορέσαμε να πάρουμε από τους προηγούμενους . . .  Σ’ αυτούς που μάλλον ξεχάστηκαν   και έμειναν ανώνυμοι για τους πολλούς αλλά που για μάς όσο αντέξει η μνήμη μας θα είναι οι καθημερινοί επώνυμοι, αυτοί που ίδρωσαν για να αναστηθούμε εμείς, και οφείλουμε εμείς έστω μια στιγμή μνήμης, το χρωστούμε αυτό, σε κείνους, καθώς και σε όσους δικούς μας  μόχθησαν μαζί τους  και δεν απόλαυσαν ανάλογα, όσα εμείς απολαμβάνουμε  με λιγότερο κόπο. Ήρθαν όμως έτσι τα πράγματα που ο καθένας μας βρέθηκε σε κάποια μεριά, και ανάλογες ήταν και οι ευκολίες της ζωής του, αλλά και ποιος θα κρίνει τα αποτελέσματα  έξω από κείνους  που είχαν τον πρώτο λόγο, έξω από κείνους που υπέφεραν κάποτε για να μείνουμε εμείς στην ομαλή όχθη του ποταμού, αλλά που σήμερα δεν υπάρχουν ανάμεσά μας ;

 Σε όλους αυτούς οφείλουμε μια συγγνώμη και ένα μεγάλο ευχαριστώ και οι λεπτομέρειες για όσους αφήκαν πίσω τους, μπορούν να φανούν με ένα βλέμμα και ένα σφίξιμο του χεριού,  με ένα ρακί στο ίδιο τραπέζι, και  με  ένα χαμόγελο  που τόσα  χρόνια   μάς λείπει . . .

Και πριν να ξεκινήσω την παρουσίαση των  ταπεινών αυτών τιμαλφών και για να καταλάβει ο περίεργος αναγνώστης τη σοβαρότητα  των όσων θα ακολουθήσουν, λέγοντας τιμαλφή, δεν εννοώ κοσμήματα και πολύτιμα αντικείμενα, αλλά απλά και ταπεινά πράγματα, εργαλεία και σκεύη, στα οποία μπορεί σήμερα να μη δίνουμε καμιά σημασία  είτε γιατί τα έχουμε σε αφθονία, είτε γιατί ξεπεράστηκαν και δε χρειάζονται πια. Και  να γίνει κατανοητό αυτό, αρκεί μόνο να πω , ότι η Μάννα μας μού έλεγε ότι στην εποχή που ήταν μικρή, όταν η οικογένεια ήταν καλεσμένη σε κάποιο γάμο, φρόντιζαν να παν ως δώρο, κανένα κουτάλι ή πιρούνι, μια πήλινη κατσαρόλα και πολύ σπάνια ένα τσίγγινο πιάτο (εμαγιέ), αλλά και έψαχναν για κανένα μπουκάλι, γιατί το σπιτικό είχε ανάγκη από μερικά μπουκάλια, ένα για το λάδι, άλλο για το ξύδι, για το πετρέλαιο,  το κρασί και  το τσίπουρο, για τον αγιασμό αλλά και για . . . μπιμπερό, και θα πούμε πως χρησιμοποιούσαν το μπουκάλι σαν μπιμπερό, υπομονή  μόνο, κι’ όποιος δεν έχει υπομονή, ας ψάξει αλλού για διασκέδαση, εδώ θα μείνουν μόνο οι περίεργοι, και οι αργόσχολοι. . . . αισθηματίες, και δεν μπόρεσα να καταλάβω τους παλιούς συνομήλικους και συμμαθητές, δεν μπορώ να τους καταλάβω για την «άρνησή τους» και την αδυναμία τους, να «μπουν» στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, να έρθουν σε επαφή με όλον τον κόσμο και να φρεσκάρουν τη μνήμη, τη στιγμή που ο υπολογιστής ούτε χαλάει αλλά ούτε και μπορεί να κρίνει τις όποιες αδυναμίες μας στο χειρισμό του, αφού ότι τού πεις κάνει χωρίς καμιά άποψη και κριτική, αλλά και λάθος πλήκτρο να πατήσεις, ποτέ δεν χαλάει.

Και  ξεκινούμε κάνοντας την αρχή από τη βασική τροφή, το ψωμί και τα σκεύη που χρησιμοποιήθηκαν για την παρασκευή του, με πρώτη την ξύλινη σκάφη την «Κοπάνα» όπως την ξέρουμε στα μέρη μας.

  Καλή Χρονιά σε όλους

 Βαγγέλης Μαυροδής  και,

 έπεται συνέχεια μόνο γεροί νάμαστε να τα τελειώσουμε κι’ είναι πάρα πολλά αυτά τα  Ταπεινά Τιμαλφή.  Και γνωστός βέβαια (σε μερικούς καλόβολους και καλόγνωμους)

Βαγγέλης Μαυροδής.


             

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Βαγγέλη τα άρθρα σου μας έχουν κάνει περίεργους και αισθηματίες...
Καλά που υπάρχεις κι εσύ και μας θυμίζεις αυτά με τα οποία μεγαλώσαμε... εδώ στο χωριό οι νεώτεροι δεν γνωρίζουν τίποτα από τις περιγραφές σου για όσα γράφεις που είναι μια μεγάλη κληρονομιά για όλους μας... περιμένω με ανυπομονησία την συνέχεια του άρθρου με τα τιμαλφή... είμαι όμως ιδιαίτερα περίεργος για το πως κατασκεύαζαν το θειαφοκέρι....που ξέρεις...στην εποχή της κρίσης που διανύουμε ίσως το χρειαστούμε...

Απόστολος Σανταβάς