Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2013

Αρναιώτες. . .Ποιητές

Και, τώρα βέβαια το να πεις κάτι που το άκουσες «απ’ αλλού» και να το πεις με τέτοιο τρόπο που να αρέσει στους περισσότερους, (και δε λέω να αρέσει σε όλους, γιατί υπάρχουν και οι αιωνίως.  . μουτρωμένοι.  . .), έ αυτό δεν είναι εύκολο, αλλά εξαρτάται από τη διάθεση του αναγνώστη ή ακροατή, που αν τους βρεις αυτούς τους δυο στις καλές τους, δηλαδή χορτάτους και να μη.  . .χρωστούν τους κέρδισες, αλλά έλα όμως που δεν είναι πάντα έτσι . . .γιατί,  να. . . οι περικοπές στη σύνταξη, τα λιγοστά μεροκάματα και η γκρίνια των γύρω , τα κεραμίδια που. .  . «τρέχουν», η ανασφάλεια και τόσα άλλα, είναι αυτά που μας αφαιρούν το χαμόγελο και μας κρατούν σοβαρούς, κι’ ακούς κάθε τόσο να ρωτούμε τον απέναντι να μας πει « τι τον φταίει.  .».

Και το λοιπόν  για να μπούμε στο θέμα, λέω,  μην περιμένετε να διαβάσετε παρακάτω  μια βαρετή επιστημονική πραγματεία, αλλά θα σας μεταφέρω κάτι που μού είπε η θειά Μαρίκα η Ματσίγγινα, κάτοικος Αρναίας άνευ οδού και αριθμού,   και τι να τις κάνεις τις οδούς  στην Αρναία και τους αριθμούς, ωραία σοκάκια έχει η Αρναία που τα θυμόμαστε από τις βόλτες και καντάδες που κάναμε εκεί, αλλά κι’ από τις πρόωρες αγάπες μας τις «άγουρες».

Η θειά Μαρίκα είναι λίγο τρανούτσκην αλλά η μνήμη της είναι άλλο πράγμα και τής εύχομαι να συνεχίσει έτσι.

Εκεί σ’ αυτά τα σοκάκια με το καλντερίμι, ακόμα όλοι γνωρίζονται και τα νέα μαθαίνονται γρήγορα, και από πολύ παλιά, «του πιργιέλιου» και η σκωπτική διάθεση δεν έλειψαν.

Με τέτοια διάθεση λοιπόν γράφτηκε κάποτε το ποίημα που μού αφηγήθηκε η θεια Μαρίκα φέτος, στα μέσα του Απρίλη θα ήταν.   

Έχουμε και λέμε λοιπόν και,

 οι   αδελφοί Κατσιαμουραίοι λέει, ο Νίκος (δάσκαλος) ο Γιάννης άντρας της θειας Λεονώρας και ο Γιώργος που χάθηκε νωρίς, είχαν λέει φλέβα ποιητική στραμμένη προς το ευτράπελο.

Άλλωστε η εποχή του μεσοπολέμου τα ευνοούσε αυτά. Ο κόσμος τότε χαίρονταν με χοροεσπερίδες  και γλεντούσε σε κάθε ευκαιρία και γενικά όταν μπορούσε τόριχνε έξω.  . .

Τότε οι παρέες ήταν δεμένες και οι Κατσιαμουραίοι  σε στιγμές κεφιού για να πειράξουν το φίλο τους Νάκο, που περίμενε αγόρι  ύστερα από  μερικά κορίτσια, τού σκάρωσαν ένα ποιηματάκι που έλεγε,

 

 

Κύριε Νάκο Νάκου

Εσύ πού κάθεσαι  από κει απ’ τού Δαδόλ’ του λάκκου,

Εμείς που είμαστε απ’ του Κωστή τ’ αυλάκ’ που πέρα

Σού ευχόμαστε του χρόνου

 Ακόμα με μια θυγατέρα !!!!,

 

Το ποίημα λέει έγινε γνωστό και κυκλοφόρησε, αλλά η . .  .προφητική  ευχή  δεν εκπληρώθηκε και  γεννήθηκε ο Νίκος με τον οποίο καθίσαμε στα ίδια  θρανία στο Γυμνάσιο όλα τα χρόνια. .

Η Θεια Μαρίκα πολλά θυμάται και μού είπε κι’ άλλα.

Αλλά το καλύτερο ήταν αυτό με τον κεφτέ που πήγε να φάει μονάχη της μια θειά, (συγγενής της)  μόλις έφυγε ο άντρας της για τον καφενέ. Αυτό όμως θα το πω μια άλλη φορά γιατί αξίζει να  βγει στον αέρα μονάχο του . .

Όμως, για να ξεχωρίσουμε το «λάκκο» από το «αυλάκι» πρέπει να πούμε ότι άλλο λάκκος με νερό όπως ήταν τ ’Δαδόλ  η λάκκους, τι νερό δηλαδή όσο κατέληγε εκεί απ’ τη βρύση στου Καλουϊρούδ  και κάποια απόνερα (και τον θυμάμαι τον επώνυμο Λάκκο) ο οποίος λάκκος μετά σκεπάστηκε και άκου ισύ,  γίνκαν κι μαγαζιά γύρου γύρου, κι πιρίπτιρου απέναντι . . . 

 Και καμιά ομοιότητα  «Τ’ Δαδόλ’ η λάκκους μι τ’ Κουστή τ΄αυλάκ΄» επειδή και διότι  ο ένας είχε λίγα νιρούδια μόνιμα, ενώ το αυλάκι, ήταν ένα φαρδύ χαντάκι, που μόνο από τα βρόχινα νερά βρέχονταν. .  .

Αυτό το αυλάκι το βλέπαμε κάθε φορά που πηγαίναμε  επίσκεψη στον καθηγητή μας τον κύριο Σπύρο  το « Γαλλικό» που έμενε απέναντι . . αλλά και γι’ αυτόν τον αξιόλογο καθηγητή και άνθρωπο ίσως μια άλλη φορά. .  .

Αυτά για τη .  . .γεωγραφία της γειτονιάς, κι’ όποιος  ξέρει περισσότερα να τα πει, γιατί δεν ξέρεις,  κάποιος  στο μέλλον μπορεί να τα κονομήσει, δημοσιεύοντας διδακτορικό, πάνω σε παρόμοιο θέμα, όλα γίνονται. .  .  

Και πείτε κάτι χαρούμενο, γιατί η σοβαρότητα περίσσεψε και όσο πάει και οι γελαστοί . . .λιγουστέβουμι. .  .

Και με χαιρετισμούς σε όλους τους  παλιούς μου φίλους και ιδιαίτερα στο Νίκο, τον  πρωταγωνιστή του ποιήματος .

 Βαγγέλης Μαυροδής. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: