Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2013

Η Γραμπούλα ( Ή αλλιώς Τζουγκράνα)


  

 Η Γραμπούλα

 Ε ναι λοιπόν. Αν αναφέρεις τη λέξη  «Γραμπούλα», θα σε καταλάβουν πολύ λίγοι κι’ αυτοί μόνο εκεί,στα βορρείως και ανατολικά  του Χολομώντα ορεινά χωριά. Ενώ αν πεις «Τζουγκράνα», όλοι ξέρουν τι είναι. 
Αν όμως πήγες κόντρα στη Ρεπούση και ως  αρχαιοθρεμένος σού ξεφύγει και πεις «Αγρίφη» θα σε κοιτάξουν περίεργα αφού κανένας δεν έμαθε (και γιατί να μάθει;) ότι τη γνωστή μας Τζουγκράνα οι προ προ ( και βάλε). . . .παπούδες μας την έλεγαν έτσι, την έλεγαν Αγρείφνη, αλλά και  Αγρίφη .
Βέβαια μη μας παραξενεύουν τα ονόματα που έβαζαν οι πρόγονοί μας σε αντικείμενα καθημερινής χρήσης. Κάθε ονοματοθεσία δεν έγινε, δεν μπήκε αυτόματα. Ήρθε σιγά σιγά από κάποιους προηγούμενους και μπορεί στο δρόμο να άλλαξε πολλές φορές, μέχρι να οριστικοποιηθεί, μπορεί δηλαδή οι «νονοί» να ήταν διαχρονικά πολλοί.
 
Έτσι και οι γείτονες που μας ξανάφεραν την αρχαία ‘Αγρίφη ως  «Γκρεμπλ, Γκράμπλι» και δεν ξέρω πως αλλιώς, εμείς δεν τη δεχθήκαμε έτσι όπως ήρθε, αλλά την φέραμε στα μέτρα μας και την είπαμε όπως μας ταίριαζε.
 Και όχι μόνο την εξελληνίσαμε (και με το παραπάνω), αλλά φκιάξαμε και ρήμα απ’ αυτήν, εκείνο το . .  εύηχο  «Γραμπουλίζω . . !!!.»
Γιατί πές εσύ έναν βόρειο γείτονα να σού βρει παράγωγο ρήμα από το «Γκρεμπλ.  . .»
 -Καθαρά γεωργικό εργαλείο η Αγρείφνη. Άλλωστε και το όνομά της  πραπέμπει κατευθείαν στον αγρό,άσε που μπορεί να θέλει να πει ακριβώς αυτό για το οποίο χρησιμοποιείται, δηλαδή στην «άγρα», στο μάζεμα των άχρηστων χόρτων και άλλων από τον αγρό, για νάναι καθαρός ο «νειός» (το «νειάμα» F που λέμε στο χωριό),  να δεχτεί το σπόρο.
Βέβαια παράλληλα με το «αγρίφνισμα» ,το τζουγκράνισμα του χωραφιού, ισοπεδώνονταν και τα σβόλια κι’ ετσι ο γεωργός πετύχαινε δυο δουλειές μαζί. Αυτή όμως  η αρχαία Αγρίφη, ή Τζουγκράνα που την ξέρουμε αλλά και η δική μας Γραμπούλα, ήταν απαραίτητο εργαλείο για τις γεωργικές εργασίες γενικά, αλλά σε μας υπήρξε ένας διαχωρισμός  στην ονομασία του εργαλείου αυτού.
Και λέω ότι στα μέρη μας την ξύλινη Αγρίφη, τη λέγαμε και τη λένε ακόμα όσοι την χρησιμοποιούν(σπάνια βέβαια), τη λένε Γραμπούλα. Ενώ Τζουγκράνα, λέμε τη σιδερένια με τα πυκνά δόντια που τη χρησιμοποιούμε ακόμα για διάφορες γεωργικές εργασίες, και σαν ποιες  εργασίες δηλαδή, το πιθανότερο είναι να  χρησιμοποιήσουμε τη Τζουγκράνα  για να ισιάσουμε κάποιο λίγο μέρος και το πολύ πολύ να σπείρουμε κοκάρι ή  . . .γκαζόν στην αυλή . . .
Κατά τα άλλα μάς ακούς να λέμε και να ξαναλέμε, . . .εμείς τότε. .  .  και άστα να παν.  . .γιατί τότε ναι, αλλά τώρα; .. .Και ακούμε από δίπλα τη γνωστή επωδό. .  .
«Κάτσι χιστιανιέ μ’ στ’ αυγά σ’ , άφκι τα σκαψίματα. . .έχ’ς κι πίισ’ . . .»
 Και βέβαια όλοι ή οι περισσότεροι, γνωρίζουμε τη σιδερένια  Τζουγκράνα με τα πυκνά δόντια, αλλά ποιος θυμάται την άλλη, εκείνη τη Ξύλινη Γραμπούλα;
Τέτοια είχε το κάθε σπίτι που είχε ζώα και έπρεπε να αποθηκέυσει χορτάρι για το Χειμώνα, χορτάρι κοσισμένο από τα ιδιοκτητα ή και «μισιακά» τσιαΐρια.
Και ήταν η Γραμπούλα μια ξύλινη τζουγκράνα φκιαγμένη  από κάποιον μαραγκό, ή και από το νοικοκύρη ακόμα άμα «έπιαναν» τα χέρια του και διέθετε μια αρίδα και ένα ροκάνι, και γινόταν έτσι . . .
-Σε ένα πελεκημένο και ροκανισμένο ξύλο συνήθως από φλαμουριά για να είναι ελαφρύ, διατομής 5Χ10  περίπου εκατοστών  και μήκους πάνω κάτω ένός μέτρου, στη στενή πλευρά,με τη χειροκίνητη  αρίδα, έφκιαναν τρύπες κάθε δυο τρία δάχτυλα και «έμπηγαν» τα από πριν φκιασμένα μηλιαδίσια «δόντια», με μια ελαφριά στραβάδα και ελαφρότερη κλίση προς τα μέσα.
Στη μέση ακριβώς γίνονταν η μεγάλη τρύπα για το στιλιάρι, και η αρχαία Αγρίφη ή η γνωστή σε μας  Γραμπούλα ήταν έτοιμη.
Αυτήν τη Γραμπούλα τη χρησιμοποιούσαμε αποκλειστικά για να «χτενίσουμε» το λιβάδι και να μαζέψουμε και το ελάχιστο χορτάρι που έμενε ύστερα από το μάζεμα των «λουριών» με το δικράνι, γιατί  όσο και να προσπαθούσες με το δικράνι, το πολύ κοντό χορτάρι έμενε στο λιβάδι και χωρίς τη Γραμπούλα, πήγαινε χαμένο, ενώ ήταν απαραίτητο για να ταϊστούν τα ζώα το χειμώνα. 
Γιατί τότε το χορτάρι που φύτρωνε στα λιβάδια ήταν εκείνο το κοντό «στριβαδοχόρταρο», που σε πολλές μεριές μόλις και μετά βίας το «έπιανε» η κοσσά και ήταν που ήταν λίγο, αν έμενε και μια ποσότητα στο λιβάδι, η χασούρα θα ήταν μεγάλη.
Μ’ολις  ξεραίνονταν το χορτάρι σε μια δυο μέρες ανάλογα με τον καιρό, και μαζεύονταν με το δικράνι, άρχιζε το «γραμπούλισμα» σε όλη την έκταση του λιβαδιού , και το χορτάρι απ’ αυτό το γραμπούλισμα ήταν το πιο καθαρό, χωρίς «χοντράδια « μέσα».
Κι’ εδώ βλέπουμε ότι δε φτάνει που δώσαμε άλλο όνομα στην αρχαία  Αγρίφη,αλλά και για να συνενοούμαστε, φκιάξαμε και το ρήμα «γραμπουλίζω» και ποιος το θυμάται τώρα, αλλά τότε που η γραμπούλα ήταν σε χρήση, ήταν και το ρήμα γνωστό. Σήμερα που η Γραμπούλα μπήκε στα λαογραφικά μουσεία, ξεχάστηκε και το ρήμα και πάει.  . .
Τη Γραμπούλα όλοι οι τότε πιτσιρικάδες που έτυχε να έχουμε ζώα στο σπίτι, την ξέρουμε και τη δουλέψαμε, γιατί δουλειά των μεγάλων ήταν το κόσσισμα και οι άλλες εργασίες για να φτάσει το χορτάρι στην αποθήκη, αλλά το Γραμπούλισμα ήταν αποκλειστικά δική μας δουλειά των μικρών, γιατί ήταν εύκολη και δε χρειαζόταν και μεγάλη δύναμη και προσπάθεια. Έσερνες τη Γραμπούλα πίσω σου και κάθε τόσο μόλις «γέμιζαν τα δόντια, και άρχιζε να «πηδάει» έτσι φορτωμένη που ήταν, τη σήκωνες και άφηνες το μαζεμένο χορτάρι στην άκρη, και άντε πάλι, μέχρι να «γραμπουλιστεί» όλο το λιβάδι.
Και μπορεί να φαίνονταν κάτι σαν παιγνίδι το «Γραμπούλισμα» αλλά όταν είσαι 8-10 χρονών και από το πρωΐ  γραμπουλίζεις συνέχεια,  τα πράγματα δεν είναι και τόσο εύκολα.
Όμως τότε έτσι ήταν για όλους εκτός από κείνους βέβαια που δεν ήξεραν από τέτοια, γιατί από τότε βρέθηκαν στην άλλη, την καλή και εύκολη μεριά της ζωής.
Και για να φανεί και η προέλευση του ονόματος, αυτή η παράξενη μετονομασία της αρχαίας Αγρίφης, λέω ότι δεν είναι τυχαία.
Έψαξα πολύ και κατέληξα στο συμπέρασμα, ότι την ονομασία αυτήν τη δανειστήκαμε από τους γείτονες που κατά καιρούς μας επισκέφτηκαν και άλλοι ήρθαν και έφυγαν αλλά άλλοι έμειναν και έφεραν μαζί τους και λέξεις και συνήθειες και οι φιλόξενοι πρόγονοί μας τις υιοθέτησαν αυτές τις συνήθειες, και τις λέξεις τις ενσωμάτωσαν στη γλώσσα μας, και από τη σκέτη «Γραμπούλα» έφκιασαν και το ωραίο ρήμα  «Γραμπουλίζω» για να δέσει το πράγμα και να βγει το πλήρες νόημα για μια σωστή συνεννόηση ντόπιων και μουσαφιραίων.
Ψάχνοντας λοιπόν στις γειτονικές μας γλώσσες, είδα ότι όλοι μα όλοι οι γείτονες Σλαβοι τη δική μας αγρίφη την ονομάζουν αλλού  Γκράμπλι, σε άλλη χώρα Γκρέμπλο,  λίγο παραπάνω τη λένε Γκρέμπλα, ενώ στα Αλβανικά λέγεται  Γκραμπούγιε, ακαι στα.  . .Λιθουανικά τη λέν Γκρέμπλις  κι’ αν μου ξεφεύγει και κάτι, δεν είναι στην ονομασία αλλά στην . . .προφορά. . . .
Έτσι έχουν τα της μετονομασίας  της αρχαίας Αγρείφνης ή Αγρίφης, αλλά ως πού θα πάει και πόσο θα μείνει,μάλλον σύντομα θα ξεχαστεί, αφού κάθε τι που δεν χρησιμοποιείται, μα ή εργαλείο είναι  ή κάποια ονομασία είναι,  ξεχνιέται και πάει. .  .                              
-Βρήκα πολλές φωτογραφίες με Γραμπούλες, όλες από μουσεία και μερικές άκου εσύ, μερικές γραμπούλες τις είδα να είναι τοποθετημένες σε . .  .άβολες στάσεις, σε σαλόνια και απόθήκες, ανάποδα με το κεφάλι προς τα κάτω και το στιλιάρι καρφωμένο στον τοίχο και πάνω στα δόντια τους αραδιασμένα και κρεμασμένα διάφορα διακοσμητικά, μέχρι που κάπου είδα δυο γραμπούλες καρφωμένες αντικρυστά και βαλμένες δίπλα στο νεροχύτη, κι’ανάμεσα και πάνω στα δόντια τους πιάτα και ποτήρια να στραγγίζουν, και πολύ μού κακοφάνηκε, αλλά έλα εσύ τώρα να μού ζητήσεις το λόγο για να σού εξηγήσω την αιτία της στενοχώριας μου όταν είδα κάτι τέτοιο.
Αλά  όμως για τους παλιότερους  όλα έχουν μια εξήγηση, γιατί εκείνα που μας συνέδεσαν και μας βοήθησαν στον αγώνα μας για την επιβίωση, που  με αυτά και άλλα πολλά «ρόζιασαν» από νωρίς τα παιδικά μας χέρια, όλα αυτά τα πονέσαμε και τα θεωρούμε ακόμα, όχι απλώς «εργαλεία» αλλά κάτι παραπάνω, τα θεωρούμε βοηθούς στην επιβίωσή μας, αλλά και γιατί σε όλα αυτά βλέπαμε και βλέπουμε ακόμα και σήμερα, τη συνέχεια και την παρουσία όλων εκείνων που τα έφκιαξαν και τα δούλεψαν και τ’ άφήκαν σε μας  να συνεχίσουμε, άλλο τώρα αν εμείς «αλλάξαμε» και υποχρεωτικά αυτά τα εργαλεία τα  κρεμάσαμε σε κάποιο κατώϊ  χωρίς όμως να τα ξεχάσουμε, κι’ αυτό βέβαια για να είμαστε  σωστοί, μέχριπότε, γιατί κάποτε θα έρθει η φθορά του χρόνου και κάποιοι πίσω ή πολύ πίσω από μας, θα αναρωτηθούν για τη χρησιμότητά τους, οπότε. .  . .
Πάντως μία από τις αναμνήσεις που έχω από τότε, από το . . .χειρισμό της Γραμπούλας στα τσαΐρια, μού έμεινε, και είναι  η συνεχής παρατήρηση των μεγαλύτερων, όταν μας έστελναν να γεμίσουμε τις μπούκλες με φρέσκο κρύο νερό, κάθε φορά μάς έλεγαν το «παλιό» και ζεστό νερό να μην το ρίχνουμε κάτω, αλλά «ρίξτου ζ΄ Γραbούλα να σφίξ’ν τα δόντια . . .», να σφίξουν δηλαδή τα φυτεμένα ξύλινα δόντια και να μην κουνιούνται και πέσουν, οπότε μια ξεδοντιασμένη Γραμπούλα δεν κάνει για τίποτα. Άσε που οι μπαρμπάδες τη μαστόρευαν εκεί επί τόπου με κάποιο κλαδί που έκοβαν από τα γύρω μηλιάδια.             
Το γραπτό το συνοδεύω κι’ από φωτογραφίες, αλλά μού φαίνεται ότι ο μπάρμπας και η θεια που φαίνονται  στην πρώτη φωτογραφία δεν μού μοιάζουν από τα μέρη μας, ο μπάρμπας με τον μπερέ, μάλλον για Γάλλος ή Ιταλός  φαίνεται, όμως δεν έχει σημασία, σημασία έχει το ότι ο Γεωργός είναι φορτωμένος με μια «κοσσά»,  τρεις Γραμπούλες, κι’ ακόμα κάποιο άλλο εργαλείο που δεν φαίνεται.
Από τις τρείς Γραμπούλες, οι δυο είναι με αραιά και η μια με πυκνότερα δόντια, και αναρωτιέμαι τι τις θέλει και τις τρεις, έλα όμως που  αυτές οι ξύλινες Γραμπούλες παλιότερα που οι σιδερένιες ήταν ανύπαρκτες, αυτές οι ξύλινες λέει χρησίμευαν και ως «βολοκόποι» , για να σπάζουν τα σβόλια στο χωράφι δηλαδή και κάπου (πού αλλού;) στο διαδίκτυο, είδα σε κάποιο μουσείο λαογραφικό, να έχουν Γραμπούλα με κοντό και χοντρό το ξύλο εκεί που μπήγονται τα τρία τέσσερα δόντια, για να έχει το απαιτούμενο βάρος, αφού  τη χρησιμοποιούσαν μάλλον και ως «κόπανο» για να σπάζουν τα σβώλια. Τέτοια Γραμπούλα κρατάει η χαριτωμένη κυρία στη δεύτερη φωτογραφία, αλλά μάλλον την κρατάει μόνο για να φωτογραφηθεί, εκτός και αν στον τόπο της συνηθίζονται τα .  . .εξώπλατα και στο χωράφι . . .. Και αν προσέξουμε τη φωτογραφία, εκτός από την όμορφη αγρότισσα που. . .  κλέβει την «παράσταση», βλέπουμε ότι το στειλιάρι της Γραμπούλας που κρατάει  είναι τελείως ακατέργαστο . . .!!!.   
 Και αν πάμε στη φωτογραφία με το ζευγάρι των αγροτών, θα δούμε μια πλήρη εικόνα της εποχής που τυραννιούνταν αυτοί οι άνθρωποι, όπως τυραννίστηκαν και οι πρόγονοί μας πολύ, πολύ  περισσότερο από μας, όχι βέβαια για να «καζαντίσουν» αλλά μόνο και μόνο για να βγάλουν το «γέννημα» της χρονιάς και να εξασφαλίσουν την επιβίωση της οικογένειας. Βλέπουμε στη φωτογραφία, το ζευγάρι των μεσήλικων αγροτών, μάλλον τη στιγμή του απόβραδου, τότε που λίγο πριν να νυχτώσει κουρασμένοι φεύγουν για το σπίτι. Πίσω τους οι θημωνιές και τα δυό μουλάρια τους δίπλα, με το σκύλο να τους παρατηρεί, απορημένος.       
Κι’ αυτά τα πολλές φορές πρωτόγονα και ταπεινά εργαλεία  που τους βοήθησαν να επιβιώσουν και να αναστήσουν κι’ εμάς τους κατοπινούς,  ας τα ξανακοιτάξουμε με αγάπη, αφού ξέρουμε καλά, ότι μέσα από όλα αυτά, έρχονται οι ταπεινοί πρόγονοί μας  να μας θυμίσουν την παρουσία τους . . . . Και το είπα κι’ αλλού, η διατήρησή αυτών των εργαλείων τους, ας είναι  ένα δικό μας ταπεινό, αλλά ουσιαστικό μνημόσυνο για εκείνους . . .
Και ως προς το  τι θα κάνουν οι  δικοί μας απόγονοι, μάλλον κι’ αυτό από μας εξαρτάται . . . Θα έπρεπε όμως  σε κάθε χωριό να υπάρχει ένας χώρος στον οποίο να  αραδιάζονται όλα αυτά  που πέρασαν και δεν χρησιμοποιούνται πια, για να τα βλέπουν οι νεότεροι.
Κι’ αν δεν μπορεί να γίνει ένα  μικρό  μουσείο, πάντα θα υπάρχει κάποιος χώρος στο σχολείο, εκεί που  κανονικά είναι η θέση τους.

(F) Η πολύ αρχαία ονομασία «Νειός» που σημαίνει το φρεσκοοργωμένο χωράφι ύστερα από αγρανάπαυση και που δεν έχει «σβώλους», στο  χωριό μας διατηρήθηκε ως «Νειάμα».      

Βαγγέλης Μαυροδής   12 ο Οκτώβρης  2013  



Δεν υπάρχουν σχόλια: