Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2020


 

HALAYIK ( Χαλαήκ)

  Η λέξη  είναι Τουρκική και  σημαίνει, Παλλακίδα, Δούλα, Σκλάβα. Μπορεί όμως να μην είναι και τόσο. . . .Τουρκική και να προέρχεται παρεφθαρμένη ως παράγωγο από το ρήμα αλίσκομαι ( με δασεία) που σημαίνει κυριεύω, κατακτώ, δηλαδή Χαλαήκ ίσως να σημαίνει  η  «αλωθείσα», η  δορύκτητος , αυτή που αιχμαλωτίστηκε που έπεσε στα χέρια του εχθρού και θεωρείται λεία πολέμου.
Μπορεί όμως να μην είναι κι’ έτσι, αλλά ας μας βγάλουν από την απορία οι  πτυχιούχοι φιλόλογοι, αντί να διαπληκτίζονται για τις ημερομηνίες που απελευθερώθηκε η Χαλκιδική, χωρίς να μας λένε σε ποιες ημερομηνίες αναφέρονται, σε κείνες του παλιού ημερολογίου, ή σ’ αυτές του νέου. . .(Αλήθεια στη Χαλκιδική δεν έχουμε ιστορικούς; Οι φιλόλογοι ασχολούνται μόνο με τις ημερομηνίες;).  
Τώρα θα μου πείτε πώς έτσι, από πού πήραμε την αφορμή ν’ ασχοληθούμε  με κάτι τέτοιο;
Έ λοιπόν καμιά φορά  τυχαίνει  να καταπιαστεί κανείς με κάτι και να απασχολήσει τη σκέψη του,  έτσι στα ξαφνικά, επειδή θυμήθηκε κάποιο γεγονός, από εκείνα τα ξεχασμένα , τα αποθηκευμένα στη μνήμη, που χωρίς να τα περιμένεις έρχονται, αναδύονται θα λέγαμε, επειδή ακούς ή βλέπεις κάτι, κι’ αυτό συνέβη όταν συζητώντας με κάποιον παλιότερο για το πόσο συντομότερη έγινε η διαδρομή από Αλεξανδρούπολη  για τη Θεσσαλονίκη μετά από την κατασκευή της Εγνατίας οδού, είπε αυτός ο παλιότερος, « έ  βέβαια, τώρα ο δρόμος  δεν περνάει από την Παζαρούδα, περνάει απέναντι. . .» εννοώντας ότι αποφεύγει τα χωριά και γενικά τους κατοικημένους τόπους και λέγοντας αυτό μού θύμισε την παλιότερη ονομασία της Απολλωνίας, γνωστής στους πολύ παλιούς και ως Γριμπουτζιάκ’ ή επί το ορθότερον Εγρή Μπουτζιάκ που πάλι στα Τουρκικά σημαίνει ο λοξός τόπος, ο στραβότοπος.
Σήμερα  στη θέση της Παζαρούδας βρίσκεται η γνωστή μας Απολλωνία η οποία υπήρχε από αρχαιοτάτων χρόνων εκεί δίπλα στη λίμνη Βόλβη, στην περιοχή της πάλαι ποτέ Μυγδονίας και να πούμε ότι την Απολλωνία την ίδρυσε ο βασιλιάς της Μακεδονίας  Περδίκας ο Β’ τον 5ο αιώνα  της παλιάς χρονολογίας.
Στην ίδια τοποθεσία βρισκόταν για χίλια χρόνια μέχρι που καταστράφηκε από βαρβαρικές επιδρομές.
Η πόλη εξαφανίστηκε αλλά η Βόλβη παραμένει ακόμα και για όποιον το αγνοεί, λέμε ότι ο ποταμός που ρίχνει το περισσευάμενο νερό της λίμνης στη θάλασσα  εκεί προς το Σταυρό, από την αρχαιότητα λέγεται «ρήχιος» επειδή είναι πολύ ρηχός και το νερό του λίγο.
Με την ιστορία της Απολλωνίας μπορούν να ασχοληθούν οι ειδικοί, εμείς θα μείνουμε και θα επιμείνουμε σε μια λεπτομέρεια της νεότερης ιστορίας της, από την εποχή της Τουρκοκρατίας, τότε που ήταν ένα μεγάλο χωριό στο οποίο γίνονταν Παζάρι  γι’ αυτό και πήρε το όνομα Παζαρούδα. 
Το χωριό βρίσκονταν σε σταυροδρόμι και σε μέρος πολυσύχναστο και συγκέντρωνε πολύ κόσμο από τα γύρω κι’ έτσι εκτός από προϊόντα διάφορα, εκεί γινόταν και σκλαβοπάζαρο.
Η πληροφορία για το σκλαβοπάζαρο, προήλθε από τη γιαγιά της Μάννας μου και προγιαγιά δική μου, τη Μπιγίνα Πιτούρα  το γένος Βλάχου  (1868-1951).
Όταν ακόμα ζούσε η Μαννάκα, τη ρώτησα μια μέρα να μού εξηγήσει τι σημαίνει «Χαλαήκα»  μια λέξη που την ακούγαμε συχνά από τις μεγαλύτερες γυναίκες και τις γιαγιάδες, όταν ήθελαν να μαλώσουν, να αποπάρουν κάποια νεότερη που στέκονταν άπραγη χωρίς να κάνει τίποτα, την ώρα που υπήρχαν δουλειές ατελείωτες και οι άλλες γυναίκες ασχολούνταν με κάτι, και μάλιστα έλεγαν το χαρακτηριστικό,
-Tι μαρή στέκισι σα Χαλαήκα;
Και να σημειώσω εδώ ότι η Μαννάκα μας η Μπιγίνα, όσο ζούσε τα είχε τετρακόσια που λέμε, και από όσα μάς έλεγε η Μάννα μας που την έζησε πολλά χρόνια, θυμόταν πράγματα  πολλά, όλα από αφηγήσεις βέβαια, γιατί στην εποχή που έζησε η Μαννάκα μας καμιά γυναίκα στο χωριό δεν ήξερε γράμματα.
Και για να κάνουμε μια χρονολογική αναδρομή και να βγάλουμε τις ηλικίες  της Μάννας της και της Γιαγιάς της, υποθέτουμε ότι όλες παντρεύονταν εκεί γύρω στα είκοσί τους χρόνια, λίγο πάνω λίγο κάτω.
Έτσι αφού ή ίδια ήταν γεννημένη το 1868, η Μάννα της η οποία λέγονταν Μαργιόλω, θα είχε γεννηθεί περίπου είκοσι χρόνια πριν, δηλαδή  το 1848 και η γιαγιά της  γύρω στο 1828, και αν υποθέσω ότι ζούσε και η προγιαγιά πράγμα σύνηθες στο σόι τής Μάννας μου που ζουν πολλά χρόνια, θα πρέπει να φτάσουμε ακόμα και στα 1700 . . .τόσο!!! και είμαστε μέσα στην εποχή που η μισή Χαλκιδική  είχε αποδεκατισθεί από την αποτυχημένη επανάσταση των Ορλοφικών και ύστερα από το σηκωμό του 1821, που τα περισσότερα γυναικόπαιδα είχαν  πουληθεί στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής και της Μπαρμπαριάς, όσα δεν μπόρεσαν να περάσουν με καΐκια στις Σποράδες και αλλού. .
Και εδώ θα πρέπει να σημειώσουμε ότι για την εποχή που  αναφερόμαστε, δυστυχώς δεν υπάρχουν πληροφορίες γύρω από τη διακίνηση των «εμπορεύσιμων» ανθρώπων ,  αλλά νομίζω ότι αν κάποιος έψαχνε στις Αραβικές πηγές, κάτι θα εύρισκε, για να φωτισθεί αυτή η μαύρη πλευρά της ιστορίας και του απορφανισμού της φυλής μας
Δεν μπορεί οι Αραβόφωνοι στους οποίους πουλήθηκε ο μεγαλύτερος αριθμός των σκλάβων  να μην είχαν  κρατήσει κάποια στοιχεία, να μην έμειναν  κάποια ονόματα ανάμεσά τους, δεν μπορεί να μην υπάρχει τίποτα.
Το οθωμανικό κράτος επέβαλλε βαριά φορολογία στην αγοραπωλησία των σκλάβων. Ίσως προς την κατεύθυνση αυτή να βρεθεί κάτι. Πουθενά δεν εντοπίστηκαν στοιχεία; Πώς βρέθηκαν και δημοσιεύτηκαν αποφάσεις ιεροδικείων με πληροφορίες και στοιχεία  όσων κατά καιρούς αλλαξοπίστησαν; Δεν μπορεί χιλιάδες σκλάβοι που σκόρπισαν στις Αραβικές χώρες να μην άφησαν ίχνη και  αναφερόμαστε σε μια εποχή που τα γεγονότα από τις κρατικές υπηρεσίες καταγράφονταν με λεπτομέρειες και στις Ευρωπαϊκές χώρες κυκλοφορούσαν εφημερίδες με ανταποκριτές στις μεγάλες πόλεις της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Μόνο ο Ιμπραήμ φεύγοντας πήρε μαζί του στην Αίγυπτο χιλιάδες σκλάβες από την Πελοπόννησο.
Αλλά εδώ, ξαναγυρίζουμε στην απορία μου για το τι σημαίνει Χαλαήκα  και  δίνω το λόγο στη Μαννάκα μου τη Μπιγίνα  η οποία  ερμήνευσε τη λέξη  λέγοντας ότι Χαλαήκα είναι μια γυναίκα που στέκεται «άναργη» δηλαδή που δεν κάνει τίποτα, που στέκεται ακίνητη και μονοκόμματη, που δεν ασχολείται με κάτι. Που δεν κάνει τίποτα από μόνη της αν δεν της το πεις, αν δεν την «ορμηνέψεις».  Αυτά τα είπε η Μαννάκα στο σπίτι μας μια Κυριακή  μετά που σχόλασε η Εκκλησία.
Το είχε συνήθειο η Μαννάκα μας η Μπιγίνα μετά την εκκλησία να περάσει από το σπίτι μας, στο δρόμο της ήταν, να την κεράσει η εγγονή της, η Μάννα μας καφέ, και λίγες φορές, έρχονταν με τις δυο θυγατέρες της τη γιαγιά μας Χαρίκλεια και την αδερφή της τη γιαγιά Αναστασία, που ήταν πρακτική μαμή και λέμε λίγες φορές γιατί ιδίως η γιαγιά μας η Χαρίκλεια δεν «άδειαζε» από τις δουλειές, όλο με κάτι καταγίνονταν, έμεινε χήρα πολύ μικρή και ουσιαστικά μόνη της μεγάλωσε τα παιδιά της τη Μάννα μας και το θειο μας τον Αναστάση, το Ναστάσ’ όπως τον φώναζε.
Την ημέρα που ρώτησα τη Μαννάκα  για το τι σημαίνει Χαλαήκα ήταν όλες στο σπίτι μας και συζητούσαν για διάφορα, αλλά μόλις ρώτησα, η Μαννάκα  άρχισε να λέει και να εξηγεί τη σημασία της λέξης  και όλα  τα λεγόμενά της στηρίζονταν σε αφηγήσεις από τη Μάννα της και τη γιαγιά της που κι’ εκείνες τα άκουσαν και τα διασταύρωσαν από  άλλες προφορικές πηγές.
Και ήταν λέει μια εποχή που στην Παζαρούδα  «πλούσαν γνιέκις, τάγλιπαν κι τάλιγαν οι άdr’ (1)  που πάειναν κατά σιακεί σιακάτ’ στου παζάρ’ να πλήσ’ν (2) κάστανα,  φλαμούρ’,(3)  κουπανούδις(4) κι πανακουτές,(5) φόρτουναν και κρανίσις βέργις(6) κι  πάειναν κι τ’ς πλούσαν  για μ’τάρια(7)  ».
Έλεγαν λέει οι άντρες που πήγαιναν κατά κει ότι  σε μια άκρη του παζαριού, στέκονταν στη σειρά άντρες γυναίκες και παιδιά που ήταν για πούλημα, «είχι γνιέκις άσπρις, ρούσσις κι αράπσις» και μερικές λέει κρατούσαν και μικρά παιδιά στην αγκαλιά.
Αυτοί που αφηγήθηκαν τα όσα είδαν κατά καιρούς ήταν αρκετοί και οι πληροφορίες συμπίπτουν.
 Όσοι λέει ήταν για πούλημα  ως εμπόρευμα,  ήταν  αραδιασμένοι όρθιοι και μπροστά τους περνούσαν οι ενδιαφερόμενοι αγοραστές οι οποίοι   έβλεπαν και συζητούσαν για τις τιμές, και όταν έδειχναν ενδιαφέρον για κάποιον ή για κάποια γυναίκα, ο δουλέμπορος  έκανε νόημα  να προχωρήσει μπροστά ο δούλος ή η γυναίκα σκλάβα.
Τους άνοιγαν το στόμα  να δουν τα δόντια τους και στις γυναίκες άνοιγαν το μακρύ ρούχο να δουν το σώμα τους που ήταν γυμνό από μέσα, να δουν μην έχουν κάποια αρρώστια, ο φόβος ήταν για τις αρρώστιες που φαίνονταν με το μάτι, και  φοβούνταν πολύ τη λέπρα τότε.
Συζητούσαν με τον έμπορο ή προσπερνούσαν, δεν ήθελαν να δείξουν ότι ενδιαφέρονται και πολύ, γιατί ο έμπορας ανέβαζε την τιμή.
Την όλη διαδικασία παρακολουθούσαν και οι περίεργοι, από μακριά βέβαια, με κάποιο φόβο, γιατί άκουγαν αλλά δεν ήταν συνηθισμένοι σε τέτοια θεάματα.
Οι άντρες του χωριού που τα αφηγούνταν αυτά λέει στην αρχή τα έλεγαν  με τρόμο, δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι μπορούσαν να πουληθούν οι άνθρωποι, αλλά με τον καιρό όσοι πήγαιναν και ξαναπήγαιναν στην Παζαρούδα συνήθισαν στο θέαμα και δεν τους έκανε εντύπωση, έμεινε όμως η ονομασία Χαλαήκα, από το όνομα της σκλάβας, που  όρθια περίμενε στη σειρά να την εκτιμήσει και να την αγοράσει κάποιος πληρώνοντας το αντίτιμο της αξίας της που όριζε ο δουλέμπορος και παζάρευε ο αγοραστής.
Και αυτό γινόταν στην Παζαρούδα τη σημερινή Απολλωνία και λέμε ότι τότε ήταν η Οθωμανική Αυτοκρατορία, λέμε ότι ήταν αλλόθρησκοι και το ξεπερνούμε το θέμα, λέμε ότι ήταν βάρβαροι κατακτητές και έτσι δικαιολογούμε την κατάσταση. Αλλά , αλλά όμως την  ίδια χρονική περίοδο,  οι  ομόθρησκοί μας και σύγχρονοι σύνοικοι στην Ενωμένη Ευρώπη Άγγλοι, Γάλλοι Πορτογάλοι και οι υπόλοιποι , αφάνισαν τον πληθυσμό της Αφρικής πουλώντας χιλιάδες σκλάβους  για τις ανάγκες των καλλιεργητών βαμβακιού στην Αμερική.
Και ας μην πούμε για τους Ισπανούς και Πορτογάλους κατακτητές της Αμερικής που τάιζαν τα σκυλιά τους με τις σάρκες των ιθαγενών.
Κι’ ενώ οι δουλέμποροι «παζάρευαν» την τιμή της Χαλαήκας  εδώ στη γειτονιά μας  στο πανωκόρμι του Χολομώντα, οι πρόγονοί μας, εκείνοι οι ξεχασμένοι Άγιοι, υλοποίησαν αυτό   που κληρονόμησαν,  θυμήθηκαν  τη ρήση των αρχαίων  ότι  η υπέρτατη αξία και μέτρο πάντων είναι ο άνθρωπος και στην  πρώτη  τους διακήρυξη όταν ο αγώνας για την απελευθέρωση της Ελλάδας μόλις άρχιζε, όταν είχαν σχηματίσει την πρώτη κυβέρνησή τους την   Κυβέρνηση «του βουνού», στο πρώτο τους  Σύνταγμα  έγραψαν ότι όποιος έρθει στην Ελλάδα, γίνεται ελεύθερος «και από τον Δεσπότην αυτού ακαταζήτητος».
Κι’ εμείς οι εδώ; Οι δικοί μας παππούδες τι έκαναν; Ξανάκτιζαν τα καμένα σπίτια τους μετρώντας τους απόντες, τους απόντες που άλλοι σφάχτηκαν στον Πρόβλακα(8) και στην Ποτίδαια(9) και οι άλλοι, παιδιά και γυναίκες οδηγήθηκαν σκλάβοι, να πουληθούν   στο Μισίρι, στο Τούνεζι και στη Μπαρμπαριά.
Και οι πρόγονοί μας οι παππούδες μας, γονατιστοί μπροστά στην ανάγκη, κατέφυγαν πάλι στον τοκογλύφο και στον προύχοντα οι οποίοι τυχαία (;) δεν κακοπάθησαν και σαν να μη συνέβη τίποτα,  οι ίδιοι αυτοί προστατευμένοι πάλι και  επιβάλλοντας τους όρους τους, καπάρωναν το μαξούλι της χρονιάς, γεωργών και κτηνοτρόφων.
Έτσι  έχουν τα πράγματα λοιπόν, αυτά για τη Χαλαήκα  και ενώ ακόμα  η επαναστατική  κυβέρνησή μας  είχε έδρα τα βουνά  στην Πελοπόννησο, η πρώτη ελεύθερη χώρα που την αναγνώρισε αυτήν την Κυβέρνηση ως κρατική οντότητα, ήταν η ελεύθερη και Δημοκρατική τότε μακρινή Αϊτή.
Ας το θυμόμαστε αυτό.  Και πολύ παράξενο,  στα σχολεία δεν το ακούσαμε αυτό, ούτε στα μικρά, ούτε στα μεγάλα. Αλλά, οι ημερομηνίες δεν έχουν σημασία, οι πράξεις μετρούν  και τα συμπεράσματα μένουν. . . .  .             
  Βαγγέλης Μαυροδής                                                              

Δεν υπάρχουν σχόλια: