Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2012

Τ ο Α β γ ο λ ό γ η μ α.

Για να εξαντλήσουμε όσο γίνεται το θέμα «Αβγό», παρουσιάζουμε σήμερα  τη διαδικασία του αβγολογήματος, καθώς και τους λόγους που την επιβάλλουν, γιατί το να τρέφεις κότες και να μην ξέρεις αν γεννήσουν αβγό αλλά και να μη γνωρίζεις και πότε θα το γεννήσουν, είναι τελείως αντίθετο με τους κανόνες της οικονομίας.
Τα αβγά είναι μια σοβαρή και υπολογίσιμη πρόσοδος σε όλη τη διάρκεια  ζωής της κότας και η σημασία τους είναι μεγάλη στην οικιακή οικονομία, αλλά και η συμβολή τους στην εθνική οικονομία γενικά, δεν είναι αμελητέα. Έχουμε και λέμε λοιπόν,  τα είπαμε και  άλλη φορά ότι τα αβγά ήταν μία από τις  σπουδαίες τροφές μας, έσωζε καταστάσεις και ξελάσπωνε τη νοικοκυρά όταν ξαφνικά κατέφθανε στο σπίτι μουσαφίρης οπότε ή μια κότα  θα σφάζονταν ή μερικά αβγά θα τηγανίζονταν, νά και λίγο τουρσί αν ήταν χειμώνας, το τσίπουρο μόνιμο στο σπίτι, τα βόλευε η νοικοκυρά και ήταν και για μάς τα παιδιά η πρόχειρη λύση για τα αχόρταγα στομάχια μας αλλά  δεν μπόρεσα ακόμα να καταλάβω γιατί οι Μαννάδες τα αβγά τα έβραζαν τόσο πολύ που γίνονταν «κουρσιούμια»; Μήπως για να φτουρούνε ή δε μπορούσαν να χειριστούν τα  κουμπιά της . . . κουζίνας και το. . . . χρονοδιακόπτη, ποιος ξέρει, αλλά  ας μην τις αποπαίρνουμε όμως εκείνες τις  «παλιές»  νοικοκυρές έστω και αναδρομικά, τις οποίες με μεγάλη συγκίνηση θυμούμαστε, τις Μανάδες μας, τις Θειες και τις Γιαγιάδες μας,  ότι μπορούσαν έκαναν και με τα μέσα και τις συνθήκες της εποχής μπορούμε να πούμε ότι έκαναν θαύματα και φαΐ  ποτέ δεν έκαψαν, ενώ τώρα μερικές  νέες… τέλος πάντων πάλι πάμε να φύγουμε απ το θέμα που είναι το αβγολόγημα, αυτή η διαδικασία για τη διαπίστωση ύπαρξης αβγού στην κοιλιά της κότας η οποία διαδικασία απαιτεί ταχύτητα και εμπειρία χειρουργού ουρολόγου, αφού δεν είναι παρά η ίδια η διαδικασία της χειρουργικής δακτυλοσκόπησης, με τη διαφορά ότι η θειά δακτυλοσκοπεί τις κότες που είναι θηλυκές για να διαπιστώσει την ύπαρξη αβγού μέσα τους, ενώ ο ουρολόγος εφαρμόζει την ίδια μέθοδο στους αρσενικούς μόνο για να συμπεράνει άλλα, που δεν είναι του παρόντος. Επομένως ο κόκορας, εκτός από τα άλλα τα καθημερινά μπερεκέτια που έχει, γλυτώνει κι’ αυτήν την επίπονη καθημερινή δοκιμασία. Θα πρέπει να πούμε όμως, ότι καί  οι δύο  «δακτυλοσκοπήσεις» γίνονται από το ίδιο σημείο, μια και η κότες «ως πτηνά», δε διαθέτουν δύο σημεία . .  .αποχέτευσης όπως οι άνθρωποι, και άντε, το μάθατε κι’ αυτό. . .και διευρύνατε τις γνώσεις σας. . .!!!
Τώρα, για να καταλάβουν οι αναγνώστες τη διαδικασία του αβγολογήματος θα πρέπει να πούμε λίγα πράγματα για το κοτέτσι,  και προς το παρόν περιοριζόμαστε στην περιγραφή μόνο της. . . «πρόσοψης» και λίγο από το εσωτερικό του. Το κοτέτσι λοιπόν συνήθως ξύλινο στα χωριά, διαθέτει μια πόρτα σανιδένια που κλείνει καλά δεμένη συνήθως με σύρμα  ή με κανένα κομμάτι σκοινί. Στην πρόσοψη όμως, δίπλα από την πόρτα, και κάπως πιο ψηλά, υπάρχει ένα μικρό παραθυράκι  στο ανύπαρκτο περβάζι του οποίου οδηγεί απ’ έξω μια μικρή σκαλίτσα με τα σκαλοπάτια μικρού πλάτους και πυκνά, για ν’ ανεβαίνουν οι ένοικοι εύκολα και να πέφτουν για ύπνο λίγο πριν σκοτεινιάσει. Το μικρό παράθυρο κλείνει κι’ αυτό με κάτι απ’ έξω κι’ έτσι η ασφάλεια είναι πλήρης από αλεπές αλλά και από κουνάβια  τα οποία συνήθως  ναι μεν είναι σπάνια στα χωριά χειρότερα όμως, γιατί οι  αλεπές άμα μπουν στο κοτέτσι αρπάζουν μια κότα και φεύγουν, αλλά το κουνάβι τις πνίγει όλες. Τώρα από μέσα το κοτέτσι δεν είναι μονοκόμματο έχει κι’ αυτό τη διαρρύθμισή του, με τις φωλιές αραδιασμένες σε ειδική εξέδρα και  τις «καθίστρες» που είναι ξύλα καρφωμένα ή περασμένα σε όλο το μήκος του κοτετσιού (συνήθως βάζαμε χοντρές βέργες) για να κάθονται οι ένοικοι. Έτσι κοιμούνται οι κότες καθιστές, αλλά τώρα αν κλείνουν και τα μάτια  δε μου έτυχε να το δω. Πάντως τα κοτέτσια στα χωριά δεν διέθεταν  . . . φωτισμό και τι να τον έκαναν, αφού λίγο πριν να νυχτώσει, οι κότες έμπαιναν μέσα και αμέσως τόριχναν στον ύπνο για να  ξυπνήσουν  πριν να φέξει. Όμως στα σύγχρονα πτηνοτροφεία όπου εκτρέφονται χιλιάδες κότες, το φως δε σβήνει μέρα νύχτα, για να τρων συνέχεια οι κότες, να γεννούν αβγά  και να παχαίνουν πολύ γρήγορα.
Λίγο πριν να νυχτώσει λοιπόν μαζεύονται οι κότες μπροστά στο κοτέτσι κι’ έχει γούστο να τις δεις να στριμώχνονται στην αρχή τής  σκαλίτσας τού κοτετσιού, προσπαθώντας  να πάρουν σειρά και ν’ αρχίσουν το ανέβασμα που  γίνεται αρκετά αργά και δύσκολα. Σμπρώχνονται, παραπατούν πέφτουν καμιά φορά και δόστου από την αρχή και όλη αυτή η προσπάθεια μέσα σε έναν φανερό εκνευρισμό με σιγανά κακαρίσματα  που σταματούν μόνο όταν μπουν όλες μέσα και αισθανθούν ασφαλείς, μόνο τότε ησυχάζουν, οπότε είναι και η στιγμή κάποιος να «σφαλίσ’» το κοτέτσι, «να κλείσ’ τ’  αρνίθια».  Έτσι λοιπόν περίπου καταλάβαμε τι και πώς είναι το κοτέτσι . . . .αρχιτεκτονικά, αλλά το κοτέτσι διαθέτει και κάτι  άλλο που δε φαίνεται με την πρώτη ματιά, σκορπάει γύρω μια μυρωδιά, μια βρώμα ιδίως το καλοκαίρι, τόση που δεν αντέχεται, γι’ αυτό τα κοτέτσια γενικώς τα τοποθετούσαμε στις άκρες, στο πίσω μέρος της αυλής. Τώρα αν το πίσω μέρος της δικής μας αυλής ήταν το μπροστινό του γείτονα, τι να πεις, με την πρώτη διαμαρτυρία του γείτονα «τι θα γιέν’ ρε Κώτσιου βρουμουκόπσι η τόπους» η απάντηση ήταν συνήθως «καλά μουρέ θα του σ’κώσουμι, να δγιούμι σιαπού θα του βάλουμι» κι’ όλο το κοτέτσι σηκώνονταν και πάντα στο ίδιο μέρος ήταν, σημείο διαρκών τριβών και νεύρων, το ασβεστώναμε είναι αλήθεια καμιά φορά, αλλά τι να σού κάνει ένα ασβέστωμα, οι κουτσουλιές είναι που βρωμούν κι’ όταν είναι φρέσκιες της ημέρας, άσε που δεν μπορούν να καθαριστούν, αλλά τις σιχαίνεσαι και ο ίδιος και λες ά να ξεραθούν λίγο και οι πρώτες ξεραίνονται κι’ από πάνω τους πέφτουν άλλες, φαύλος κύκλος και αηδιαστική κατάσταση και να δούμε πόσο θα τραβήξει αυτό το γραφτό, πάλι για αλλού ξεκινήσαμε και πάλι στρίψαμε, και το ένα φέρνει το άλλο, θυμήθηκα μια . .  .συνταγή  για . . .λίπασμα με βάση την κουτσουλιά, αλλά θα την πω στο τέλος μετά τους συνήθεις χαιρετισμούς. Όμως πολύ . . .αργήσαμε, κι’ από δω και κάτω, αρχίζει η περιγραφή του αβγολογήματος. Πήγαινε λοιπόν η θειά μόλις ξημέρωνε και οι κότες ακούγονταν ανήσυχες έτοιμες για την έξοδο, άνοιγε το παραθυράκι πάνω από την πόρτα και οι κότες άρχιζαν να εμφανίζονται έτοιμες να κατεβούν τη σκαλίτσα. Σημειωτέο ότι η νοικοκυρά που παρακολουθούσε την ανάπτυξη του πληθυσμού στο κοτέτσι από τη στιγμή που ήταν όλα κλωσσοπούλια και ασχολούνταν συνεχώς  μαζί τους σε όλα τα στάδια της ανάπτυξης, ήξερε τις κότες μία μία. Έπιανε η θειά την πρώτη κότα και κολλούσε την πλάτη της στο παραθυράκι για να το κλείσει έτσι και να μη βγει κάποια έξω, και με γρήγορη κίνηση έβαζε την κότα κάτω από την αριστερή μασχάλη κρατώντας την γερά και από τα δυο φτερά  με κόλπο σηκωμένα προς τα πάνω και με  « του μισιό του δάχλου» ( το μεσαίο δάχτυλο) του δεξιού χεριού  και με γρήγορη κίνηση παραβίαζε τον πισινό της κότας χώνοντας το σε τέτοιο βάθος, μέχρι να συναντήσει τη σκληρή επιφάνεια του κυοφορούμενου αυγού αν φυσικά υπήρχε. Όλες οι θειές την ώρα που έκαναν το αυγολόγημα είχαν ένα αδιάφορο ύφος και μια απάθεια φοβερή. Όλες οι νοικοκυρές στη γειτονιά επιδίδονταν στο αβγολόγημα, αλλά η μακαρίτισσα η θειά μας είχε ένα στυλ μοναδικό. Την έβλεπα τη θειά μου να κρατάει την κότα και να έχει η ίδια το πρόσωπό της  στραμμένο απέναντι στο βουνό,  κατά τον Άϊλιά    με βλέμμα απλανές και μυστήριο, πολλές φορές μασώντας  κάτι, ένα κάστανο ή κάτι άλλο, την έβλεπα  να ψηλαφίζει μηχανικά με το δάχτυλο το αβγό και ίσως το φαντάζονταν αυτό το αβγό να μεγαλώνει, να γίνεται ένα αβγό τέρας και να πιάνει όλον τον τόπο, να κρύβει απέναντι το σπίτι της Αγγελικής και το φούρνο του Αργυρού, να σκεπάζει με την ασπράδα του τα πάντα, να φουσκώνει, να φουσκώνει, και να σπάζει στο τέλος κλιάτς και να γεμίζει τον τόπο κιτρινάδες και ασπράδια μαζί με χιλιάδες χνουδωτά κλωσοπούλια που ξεχύνονται στους δρόμους και στις αυλές, στα μπαλκόνια και στα κεραμίδια. . . .και δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς, γιατί ύστερα από τα εκατοντάδες και ίσως χιλιάδες αβγολογήματα οι θειές θεωρούσαν τη διαδικασία σκέτη ρουτίνa ένα σύνολο μηχανικών κινήσεων που δεν εμπόδιζαν την ονειροπόληση.  .   Καμιά φορά μόλις τελείωνε η θειά το αβγολόγημα, γράνκ άνοιγε η πόρτα κι’ έβγαινε στο μπαλκόνι ο μπάρμπας μου, τανύζονταν και ίσιαζε το πανταλόνι τραβώντας το προς τα πάνω και κουνώντας τη μέση καναδυό φορές δεξιά αριστερά κατσουλιάζοντας συγχρόνως, κλασσική κίνηση αυτή των αντρών αλλά και πολύ χοντροκομμένη, και ρωτούσε τη θειά «πόσα έχν’ μαρή;», και η θειά προσγειωμένη απότομα από την ονειροπόληση και χωρίς να κοιτάζει προς το μπαλκόνι, μουρμούριζε «άμα ήσαν κουdίτιρα θα σιέλιγα πόσα έχν’ αμά. . .» κι’ έτσι άρχιζαν και τελείωναν οι πρώτες της ημέρας. . . τρυφερές στιγμές του ζεύγους. Αν δεν είχε αβγό η κότα, η θειά με μια κίνηση την έριχνε προς το μέρος της αυλής, γύριζε με τρόπο και έπιανε την επόμενη, ακολουθούσε η ίδια μηχανική κίνηση των χεριών και του δαχτύλου και η κίνηση αυτή επαναλαμβάνονταν μέχρι να αδειάσει το κοτέτσι. Περιττό να πούμε ότι όσες κότες είχαν αβγό ξανάμπαιναν βίαια πάλι μέσα μέχρι να γεννήσουν οπότε η νοικοκυρά ξέροντας πόσα και ποια είναι τα προσφόλια, πόσες κότες εντόπισε με αβγό, σε καμιά ώρα ξαναπήγαινε και έκανε τον έλεγχο για να δει ποιες γέννησαν και έπρεπε να βγουν έξω και ποιές . . . κοιλοπονούσαν,     οπότε έπαιρνε τα μέτρα της, έπιανε τις. . . λεχώνες και τις πετούσε έξω και άφηνε τις άλλες μέχρι να κάνουν το αβγό.
Να σημειώσουμε ότι, όλες οι θειές κρατούσαν αρχείο νοερά  για το ποια γέννησε και πόσα, για να αποφασίσουν αν θα την κρατήσουν ή θα την οδηγήσουν στην κατσαρόλα. Βλέπουμε λοιπόν ότι κανένα θέμα δεν μπορεί να θεωρηθεί  ασήμαντο, όλα έχουν τη σημασία τους και ενδιαφέρουν λίγους ή περισσότερους, αλλά εξαρτάται και από ποια  σκοπιά τα βλέπει κανείς, άλλος την κότα τη γνωρίζει μόνο τυλιγμένη στο σελοφάν στο μάρκετ ή στη ψησταριά έτοιμη ψημένη, και την τρώει για ποικιλία στο διαιτολόγιό του  κι’ άλλος κουβαλάει εμπειρίες, από τότε που η κότα αποτελούσε την πολυτέλεια στη διατροφή μας και συνήθως το νόστιμο φαγητό μας τα μεσημέρια της Κυριακής, μια διατροφική πολυτέλεια που μας έκανε να ξεχνούμε  το καθημερινό και εναλλασσόμενο μενού, πατάτες-φασόλια-ρεβίθια-φακές και ενδιάμεσα καμιά πίτα, και άντε πάλι απ’ την αρχή . . . 
Υπάρχουν μεταξύ του τότε και του τώρα διατροφικές  διαφορές  αγεφύρωτες  και μακάρι να πάει έτσι  και για τις  επόμενες γενιές, θα πάει όμως; Αλλά για να μην το ξανασοβαρέψουμε το θέμα άντε να τελειώνουμε, μείναμε εκεί που τελείωνε η ομαδική δακτυλοσκόπηση του θηλυκού πληθυσμού στο κοτέτσι και αφού τελείωνε  η θειά με όλες τις κότες, σκούπιζε το μεσαίο το δάχτυλο  στην ποδιά της, έκλεινε το κοτέτσι και συνέχιζε με τις υπόλοιπες ασχολίες της.
Παραπάνω αναφέραμε κάτι για την ανατομική κατασκευή του αποχετευτικού συστήματος της κότας και δε θα ήταν πλεονασμός να συμπληρώσουμε και κάτι ακόμα, λέγοντας ότι   τα  πτηνά γενικώς επομένως και οι κότες έχουν μια είσοδο από πάνω και μόνο μια έξοδο από κάτω σε αντίθεση με τα θηλαστικά στα οποία ανήκει και το είδος μας, που έχουν αντίστοιχα μία είσοδο και δύο ξεχωριστούς αγωγούς αποχέτευσης, έναν για τα. . . όμβρια και τον άλλον για τα στερεά απόβλητα, αυτό, έτσι για. . . εγκυκλοπαιδική ενημέρωση. Και πες το ένα πες το άλλο, το καταφέραμε να τελειώσει  κι’ αυτό και καλή υπομονή να διαβάσετε κι’ άλλα αλλά να πούμε και κάτι τελευταίο. Φαντάζεστε τί είδους μικρού μήκους ταινία θα γινόταν αυτό το «Αβγολόγημα;».  . .  Αυτά και
   Με χαιρετισμούς  (πάλι σε όλους)                                                                
         Βαγγέλης Μαυροδής. Ξάνθη Οκτώβριος 2008
Δραστικό λίπασμα με κουτσουλιά.
Παίρνουμε ένα γκαζοτενεκέ και βάζουμε  μέσα τέσσερα- πέντε δάχτυλα  ξερές κουτσουλιές( περίπου δέκα πόντους) αλλά καθαρές κουτσουλιές, σκέτες, όχι ανακατωμένες με άχυρα ή σκουπίδια. Γεμίζουμε τον τενεκέ με νερό και δένουμε στο ανοιχτό μέρος ένα κομμάτι πλαστικό  για να μη βρωμάει, γιατί  ανοιχτός ο τενεκές βρωμάει πολύ. Αφήνουμε το μείγμα  καναδυό μήνες μέχρι να διαλυθούν οι κουτσουλιές οπότε  θα   αρχίσει να. . .αφρίζει. Τότε ανακατώνουμε καλά  και το μοιράζουμε σε τρεις τενεκέδες, έναν που είχαμε και άλλους δυο, και συμπληρώνουμε με νερό να γεμίσουν. Το λίπασμα είναι έτοιμο και είναι κατάλληλο για όλα, δέντρα, ζαρζαβατικά και λουλούδια. Ρίχνουμε στη ρίζα από λίγο( μέχρι 50 δράμια! ! !) δυο τρεις  φορές την εβδομάδα, μετά το κανονικό πότισμα. Αυτό εφάρμοσα στα δικά μου και πέτυχε. Αν εσείς αποτύχετε θα πει ότι δεν εκτελέσατε τη συνταγή κατά. . .γράμμα και η ευθύνη δική σας. Άντε και καλόν καρπό.

1 σχόλιο:

thodoris alpha είπε...

Φιλτατε Ευαγγελε ευγε για το κειμενο, αξιο δημοσιευσης και προωθησης. Εψαχνα γιατι αυτο το καλοκαιρι δεν καμουν οι συμπαθεις κοτουλες πολλα αυγα και συναντησα την απολαυστικη για μικρους και μεγαλους εμπνευση σου. Παντα τετοια, αισιοδοξια, υγεια και ειρηνη.