Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2012

Η Χημεία.

Λοιπόν, Καλημέρα σε όλους. Έτσι μάθαμε από μικροί, πριν πούμε οτιδήποτε σωστό ή λάθος, μάθαμε να λέμε πρώτα Καλημέρα. Και όχι όπως τώρα, σε σταματάει κάποιος εποχούμενος στο δρόμο και ρωτάει κατευθείαν . . . «δε μού λες ..  .!! Από πού θα πάω για. . .» και ούτε Καλημέρα ούτε τίποτα, λες και θα του έπεφτε η μύτη αν χαιρετούσε.  . .
Έτσι λοιπόν, μετά την εισαγωγική Καλημέρα και την προετοιμασία μιας καλής διάθεσης για την ανάγνωση τού  γραπτού, αρχίζει η . .. ταλαιπωρία του αναγνώστηηηηηη . . . . !!!    
Και λοιπόν, όχι οτι σκοπεύαμε να γίνουμε χημικοί, αλλά όλα κι’ όλα,  το μάθημα της χημείας το διδαχθήκαμε  στις δύο τελευταίες τάξεις τού εξαταξίου Γυμνασίου,
αφού αυτό προέβλεπε το  πρόγραμμα τού σεβαστού υπουργείου. Ολιγοσέλιδα τα βιβλία της χημείας, αλλά δε χρειαζόμασταν και κάτι παραπάνω, αν κανείς από τους παλιούς μας συμμαθητές  έγινε χημικός, όλο και θα τάμαθε. . . καλύτερα.  Πολύ σπουδαία τα μαθήματα, αλλά δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε και πολλά πράγματα, αφού το συγκεκριμένο μάθημα απαιτεί  εργαστήρια και πειράματα τα οποία  στο Γυμνάσιό μας ποτέ δεν είδαμε. Αν θυμάμαι καλά σε κάποιο βιβλίο τής Χημείας, νομίζω οτι ήταν τής ανόργανης, είχε μια ζωγραφιά  ενός γενειοφόρου με πλατύγυρο μυτερό  καπέλο και δίπλα ένα παράξενο δοκιμαστικό σωλήνα  όπως εκείνα τα συγκοινωνούντα δοχεία, δεν μπορώ να το περιγράψω και σωστά ύστερα από τόσα χρόνια, θαρρείς από κάτω έγραφε οτι ήταν ο Λαβουαζιέ ή τέλος πάντων κάποιος που είχε σχέση με τη χημεία αλλιώς πώς θα τον έβαζαν σε σχολικά βιβλίο, δεν είχαν φαίνεται και κάποιον Έλληνα να βάλουν μάλλον είχαν και μπορούσαν να βάλουν το συγγραφέα τού βιβλίου  κάποιον Βάρβογλη, αλλά ποιος ξέρει γιατί δεν το έκαναν,  αλλά αφού δεν έβαζαν τη φωτογραφία κάποιου επώνυμου χημικού, ή δεν ήθελαν να τούς παρουσιάσουν για λόγους που αυτοί γνώριζαν, ας έβαζαν τη φωτογραφία κάποιας θείτσας να ανακατώνει στο καζάνι το μείγμα  από παλιόλαδα με . .. « μούdιρ’»  (κατακάθια) και ποτάσα,  για να φτιάξει σαπούνι, αφού και  για την παρασκευή τού σαπουνιού απαιτούνται γνώσεις Χημείας και. . . υπομονής.. ή στο κάτω κάτω αν ήθελαν, μπορούσαν να βάλουν κάτι πιο απλό, να βάλουν φωτογραφίες με τους μπαρμπάδες που έβγαζαν το τσίπουρο στα ρακοκάζανα, χημεία είναι κι’ αυτό και τί χημεία, αλλά τους  μπαρμπάδες   στα ρακοκάζανα    δεν μπορείς να τους φωτογραφήσεις για

σχολικό βιβλίο γιατί συνεχώς παραπατούν κι’ αυτό στη φωτογραφία φαίνεται ακόμα και από τους άσχετους. . . Κάτι  τέτοιες  φωτογραφίες όμως θα τις θυμόμασταν ακόμα και τώρα και όχι σαν εκείνες που βλέπαμε τους  ευρωπαίους χημικούς με τα μυτερά καπέλα. . .Πάντως δεν πρέπει να διαμαρτυρόμαστε, γιατί ακόμα από την πρώτη τάξη τού Γυμνασίου είχαν ξεκινήσει τα πειράματα, αλλά κάποιος τα . .  .μάτιασε και πήγαν στραβά, και ενώ ξεκίνησαν με τούς καλύτερους οιωνούς και προοπτικές, και από μέρες το συζητούσαμε οτι ο κύριος Μισόπουλος «θα μάς κάνει. . . πείραμα»,  σταμάτησαν  μετά την πρώτη παταγώδη αποτυχία  και κανείς δεν τόλμησε να το αναφέρει ξανά, μόνο εμείς μεταξύ μας  το σχολιάζαμε , επαναλαμβάνοντας εκείνο που ακούσαμε στην τάξη, εκείνο το «μα τί κάνεις μωρέ; κλπ» γιατί το  μόνο πείραμα που είδαμε ήταν όταν πηγαίναμε στην πρώτη τάξη και ο καθηγητής μας ο αείμνηστος Μισόπουλος, έφερε ένα φιαλίδιο  το οποίο όπως μάς είπε είχε μέσα θειϊκό οξύ, ογδόντα παιδιά ήμασταν στην πρώτη τάξη-άκου να δεις-  και μέσα σε άκρα ησυχία, άνοιξε το μπουκαλάκι και έριξε λίγο από το υγρό μέσα σε ένα μικρό κρασοπότηρο στο οποίο υπήρχε λίγο νερό, αλλά φαίνεται οτι έγινε κάποια χημική αντίδραση την οποία δεν υπολόγισε ο καθηγητής, το ποτήρι ζεμάτισε ξαφνικά και τού έκαψε το χέρι, έτσι το άφησε να πέσει και πέφτοντας  το υγρό στο ξύλινο πάτωμα έκανε μια μικρή λακκούβα στα σανίδια και μύρισε άσχημα σε όλη την τάξη.
Σοβαρός και ήρεμος όπως πάντα ο αείμνηστος καθηγητής   μας και γαμπρός της Αρναίας, θυμάμαι οτι έμενε εκεί απέναντι από το σημερινό δημαρχείο νομίζω στου μακαρίτη τού Ρήγα το σπίτι. (Στο ισόγειο «Υποδηματοποιείον»). Ο καθηγητής μας μάς έμαθε πολλά, αλλά στο «πείραμα» κάτι τού ξέφυγε κάτι   δεν υπολόγισε καλά, έγινε κάποια φασαρία μέσα, και ακούγοντας τις φωνές από το γραφείο από δίπλα ο αείμνηστος γυμνασιάρχης Κουμάντος, μπήκε μέσα φουριόζος και άρχισε να φωνάζει, «τί κάνεις μωρέ; Θα μού κάψεις το σχολείο κλπ», και μέχρι να τελειώσουμε το Γυμνάσιο εκτός απ’ αυτό το αποτυχημένο πείραμα άλλο δεν είδαμε και η στάμπα από το θειικό οξύ φαίνονταν για χρόνια εκεί  μπροστά από την έδρα, δεν έφευγε. 
Πολύ χρήσιμο μάθημα η Χημεία ιδίως η οργανική, αλλά όπως γίνονταν χωρίς σύνδεση με την πραγματικότητα, με τα προϊόντα που έχουν σχέση με τους τύπους και  τις αναλογίες των διαφόρων στοιχείων που 

συμμετέχουν, δε μάς έμεναν και πολλά, φροντίζαμε και βλέπαμε να αποστηθίσουμε μερικά βασικά πράγματα, λίγη θεωρία και μερικούς  χημικούς τύπους κι’ έτσι τη βολεύαμε στις εξετάσεις οι περισσότεροι, μερικοί βέβαια που είχαν διάθεση και δυνάμεις για  κάποια σχολή που το μάθημα της Χημείας ήταν απαραίτητο διάβαζαν παραπάνω, αλλά κι’ αυτοί ότι πετύχαιναν το πετύχαιναν μόνο με τις δικές τους προσπάθειες  γιατί βοήθεια δεν υπήρχε από πουθενά, άντε να  διάβαζαν και κανένα εξωσχολικό βιβλίο, που κι’ αυτά τα εξωσχολικά ήταν σπάνια. Ο αείμνηστος Κουμάντος που μάς έκανε το μάθημα τής Χημείας  στις δυο τελευταίες τάξεις έκανε ότι  μπορούσε, μάς παρακινούσε συνέχεια να διαβάζουμε, αλλά όσο και να διαβάζεις όταν δεν καταλαβαίνεις βασικά πράγματα, όπως τα σθένη και τόσα άλλα δυσνόητα, μόνος δεν μπορείς να καταφέρεις και πολλά. Πολλές φορές ο καθηγητής, επεκτείνονταν και πέρα από την ύλη τού μαθήματος και θυμούμαι τον τρόπο που διαχώρισε τα ευγενή λεγόμενα μέταλλα από τα άλλα τα  ταπεινά όπως τα ονόμασε και  σ’ αυτά τα ταπεινά και καταδεχτικά κατέταξε πρώτο το Σίδηρο και το Οξυγόνο  που τα ονόμασε δημοκράτες γιατί ενώνονται λέει  με τα περισσότερα στοιχεία. Ανέφερε  και μερικά  άλλα χημικά στοιχεία που δε διαλέγουν με ποιον θα ενωθούν για να εξυπηρετήσουν τη φύση και τον άνθρωπο,  αλλά  τα στοιχεία αυτά εκτός τού οτι δεν είναι εκλεκτικά με τις σχέσεις τους είναι  και   άφθονα,   είναι τα στοιχεία που χρειάζονται περισσότερα στον άνθρωπο, ενώ τα άλλα τα ευγενή λεγόμενα, όπως χαρακτηριστικά μάς έλεγε, και είναι σαν να το ακούω τώρα ύστερα από τόσα χρόνια ύστερα από μια ζωή, έλεγε ότι «αυτά τα στοιχεία δε συμπεθεριάζουν με όποιον κι’ όποιον, διαλέγουν τους δικούς τους από το σόι τους, σαν τους βασιλιάδες», συμπλήρωσε ακόμα οτι αυτά είναι για τους πλούσιους και ποιος μπορεί να τ’ αγοράσει, κι’ έτσι με το τρόπο του ο αείμνηστος Κωνσταντίνος Κουμάντος  μετέδιδε τις ιδέες του  που όσο και να τις πίεζε, δεν μπορούσε να τις  θάψει όπως απαιτούσαν οι δύσκολες περιστάσεις της δεκαετίας του ’50 γιατί κάτι διαφορετικό είχε από τούς άλλους, είχε την ιδιαιτερότητα τής καταγωγής του. Και το λέω αυτό, γιατί όταν ύστερα από πολλά χρόνια συναντηθήκαμε στην Κομοτηνή όπου έπαιρνε ειδικότητα μικροβιολόγου η κόρη του Αθηνά, εν μέση δικτατορία, τον ρώτησα  πώς τότε μάς έλεγε τέτοια πράγματα  και δε φοβόταν  σε ένα τέτοιο  περιβάλλον  που παρόμοιες ιδέες  καταγράφονταν και ενοχλούσαν; Και μού απάντησε λέγοντας, οτι δεν αλλάζει γιατί κατάγεται από την Κρήτη  και αυτοί που ήταν το μάτι τής

εξουσίας  μέσα και έξω απ’ το σχολείο δεν τολμούσαν να μιλήσουν, γιατί  κι’ αυτοί όλο και κάτι έκρυβαν απ’ τους πολλούς. Τί ήθελε να πει δεν μού  εξήγησε, αλλά κατάλαβα ποιους εννοούσε . Συναντηθήκαμε αρκετές φορές και  χαρήκαμε τη συνάντηση. Μετά, το Σεπτέμβρη του 1978 ο καθηγητής μας Κωνσταντίνος Κουμάντος, άφησε την τελευταία του πνοή στα ερείπια τής πολυκατοικίας που κατέρρευσε από το σεισμό στη Θεσσαλονίκη. Αξιόλογος ο αείμνηστος, κράτησε το Γυμνάσιο  στο ύψος του, παρά τις οχλήσεις από  τις παράλληλες εξουσίες  οι οποίες ήταν παραπάνω από ενοχλητικές  στη μικρή  επαρχιακή πρωτεύουσα  που είχε την έδρα του το σχολείο. Και για να γίνει αντιληπτό αυτό, δηλαδή το ποιες ήταν αυτές οι εξουσίες, όταν ως παιδιά  βγαίναμε για καντάδα κάποιο βράδυ, πνιγμένοι από τα  πολλά «ΜΗ» και τα περισσότερα «ΓΙΑΤΙ», ενώ ο χωροφύλακας  μάς ακολουθούσε διακριτικά από  κάποια  απόσταση χωρίς να μάς ενοχλεί, την άλλη μέρα, το μάτι της ηθικής έδινε  το «ραπόρτο» στο Γυμνάσιο  για τα συμβεβηκότα  την προηγούμενη νύχτα, αλλά ο αείμνηστος όταν μάς καλούσαν στο γραφείο των καθηγητών,  με μια  φράση έβαζε τα πράγματα στη σωστή θέση λέγοντας, « Έ  μωρέ.. .  παιδιά είναι  τί να κάνουν ας πουν και κανένα τραγούδι, δεν πειράζουν κανέναν σε λίγο τελειώνουν και γίνονται ακαδημαϊκοί  πολίτες . . .», και ήταν η πρώτη φορά που ακούγαμε αυτόν το τίτλο χωρίς να καταλαβαίνουμε τις λεπτομέρειες κι’ ήμασταν  ο Παντελής, ο Γιάννης ο Μιχάλης , ο Σωτήρης , ο Στέργιος ο Λάκης κι’ αν ξεχνώ και κάποιον, τί να κάνουμε, μπορεί  να αγαπούσαμε τότε, κι’ αγαπούσαμε με το βλέμμα μόνο, κι’ ήταν εκείνες οι  πρώτες αγάπες μας που δεν προχώρησαν γιατί  δεν ήταν η τύχη τους να πάνε παραπέρα. Εκείνες οι άτυχες  αγάπες των εφηβικών μας χρόνων όμως, άφησαν μέσα  μας μια αύρα που ίσως να υπάρχει ακόμα, κι’ ας ξεχάστηκαν, αλλά κι’ αν στέριωσε και καμία και μακάρι να υπάρχει ακόμα , σήμερα θα πίνει καφέ σε κάποιο ΚΑΠΗ. Κι’ ο Παντελής το «Γκλάν» ξέρει και πρέπει να θυμάται, πέρασαν περίπου πενήντα   και παραπάνω χρόνια αλλά, νά. . . λέμε για να λέμε, και σίγουρα ο Παντελής θυμάται τότε που κάναμε  καντάδα στα στενά  εκεί πίσω,  παρακάτω από το Καρί Παζάρι εκεί που βγήκε ο μπάρμπα Μπουτζιούκας  με τα σώβρακα και μάς κυνήγησε και τώρα που το σκέφτομαι αυτό, αναρωτιέμαι γιατί τόκανε αφού κανέναν δεν πειράζαμε και με το τραγούδι μας μερακλωμένοι δίναμε μια χαρούμενη νότα στις γειτονιές εκεί που στο κάτω κάτω υπήρχαν κορίτσια της ηλικίας μας που κι΄ εκείνα από μακριά μας αγαπούσαν  . .Γιατί, μπορεί με τη σχολική

Χημεία να μην τα πηγαίναμε καλά, αλλά τις εντός μας χημικές διεργασίες στην ηλικία της εφηβείας, δεν μπορούσαμε να τις αγνοήσουμε. Βέβαια ξεφύγαμε κάπως από το κυρίως θέμα και ξαναγυρνώντας στη Χημεία, πρέπει να πούμε ότι την εποχή  που διδασκόμασταν αυτά τα μαθήματα  οι περισσότεροι ήμασταν άσχετοι με την οργανική και την ανόργανη χημεία και τα διαβάζαμε ή μάλλον τα αποστηθίζαμε  για να «μισοπούμε» κάπως το μάθημα αν μας σήκωνε στον πίνακα ο καλόβουλος Γυμνασιάρχης και να πάρουμε κάποιον βαθμό στα γραφτά από τη δύσκολη αποστήθιση ιδίως των χημικών τύπων, τους οποίους συνήθως γράφαμε σε πολύ μικρά χαρτάκια τα γνωστά και σήμερα «σκονάκια». Όλοι το κάναμε αυτό, αλλά μερικοί  είχαν εξελιχθεί σε μαστόρους πάνω στο συγκεκριμένο τρόπο  αντιγραφής, και θυμούμαι ακόμα καμπόσους  συμμαθητές και  συμμαθήτριες, αλλά  να μη λέμε ονόματα και τους . .  δυσφημίσουμε . . . αναδρομικά , όμως μπορούμε να πούμε το μικρό όνομα της Ρούλας κι’ ας μας το συγχωρήσει  αν το μάθει. . .και γεια σου Σουλτάνα, ώρα σου καλή όπου βρίσκεσαι, κι’ αν το μάθεις, μη μου κρατήσεις γινάτι.
Από τη Χημεία εκείνο που μας παίδεψε όλους ήταν ο χημικός τύπος της σαπωνοποίησης, ένας μακρύς χημικός τύπος που ήταν αδύνατο να τον μάθουμε απ’ έξω και τον λέγαμε προφέροντας ένα ένα τα λατινικά γράμματα  και τους αριθμούς, κάπως έτσι. «Ικοοσι τρία, συν Ναοι,συν ικοονα συν κι τρια ο ι»,  και όλο αυτό αν το γράψεις  σύμφωνα με τους κανόνες της χημείας δίνει το σωστό τύπο, τον οποίο ομολογώ ότι αντέγραψα, από τη σχετική ιστοσελίδα της σαπωνοποίησης (αν βέβαια το έκανα σωστά). Και αν κάποιος αμφιβάλλει ας ψάξει, αλλά και λάθος να βρει δεν ωφελεί πια.Τώωωωραααα;;;
  Αυτόν τον καιρό έχουμε άλλα στο νου μας μάς απασχολούν προβλήματα, που έχουν να κάνουν με το μέλλον των παιδιών μας, αφού το δικό μας μέλλον είναι κάπως. . . γνωστό, αλλά θα βρούμε καιρό να πούμε κάτι για το σαπούνι, όχι το ξενόφερτο σαμπουάν, αλλά για κείνο το κλασσικό, εκείνο που ξέρουμε, τις μεγάλες άσπρες πλάκες που χρησιμοποιούσαν τότε όλοι, από μπουγάδα μέχρι λούσιμο, ακόμα και για ξεσκάλωμα του. . . φερμουάρ. Θα δούμε, όρεξη νάχουμε, προς το παρόν ετοιμάζουμε μπιτζάμες από τσιέργα, γιατί ο χειμώνας δεν αστειεύεται κι’ όπως πάν τα πράγματα δε μας βλέπω καλά, αλλά ξεχάσαμε το χημικό τύπο  και νάτος νάτος, και είπαμε, όποιος θέλει ας τον αντιγράψει         
  ( Λές ;;;;;???)
Και μ’ αυτά και με κείνα, ά λίγο από δώ, ά λίγο κατασιακεί, το καταφέραμε το θέμα, κι’ αν δεν άρεσε σε κάποιον μην αρχίσει τα κουρκουσουρέματα, αν θέλει να πει κάποιος κάτι, ας το πει με. . . τρόπο.
Με χαιρετισμούς σε όλους Βαγγέλης Μαυροδής.