Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2012

Η Κερασονουρά.

Είμαστε όμως κι’ εμείς να μην είμαστε, δεν αφήνουμε άνθρωπο ακουρκουσούρευτο.Nα μην έχει κάποιος ένα κουσούρι, το παραμικρό,  έστω κάτι που ένας κανονικός άνθρωπος ούτε που θα το πρόσεχε, αλλά εμείς εκεί, έχουμε άλλα αισθητήρια και ανιχνεύουμε και το ελάχιστο που μπορεί να γίνει αφορμή για πιργιέλιο και αλίμονο σε όποιον έτυχε να ξεφεύγει έστω σ’ αυτό το λίγο, το ελάχιστο από το κανονικό και κοινώς αποδεχτό, αμέσως θα βρεθεί με παρατσούκλι, με παρασούμι όπως το λέμε εκεί εις τας βορείους κλιτείς του . . . ιστορικού Χολομώντος. Και όσο για το ποιος θα βαφτίσει, το ποιος θα δώσει το παρασούμι, δεν μπορείς να πεις ότι είναι ένας ή δύο ούτε και η βάφτιση  γίνεται σε μια συγκεκριμένη στιγμή, ξεκινάει από συζήτηση μεταξύ γνωστών και φίλων για κάποιον που δεν είναι παρών, εκθέτει κάποιος από την παρέα μια παραξενιά του, κάποιο αθέατο κουσούρι τού απόντα, κάτι που είπε κάποια στιγμή, τέλος πάντων αυτό το κάτι όμως να προκαλεί γέλιο, αλλά  αποκλείονται τελείως τα εμφανή σωματικά ελαττώματα  και οι αναπηρίες, απεναντίας εντοπίζονται κρυφά και αθέατα ανατομικά χαρακτηριστικά ιδίως όσα έχουν να κάνουν με κρυφά, κεκαλυμμένα μεγέθη που εξάπτουν τη φαντασία και ναι μεν δε συζητιούνται  και δε περιγράφονται φανερά, αλλά μεταξύ τους στις παρέες όταν έρθει η στιγμή και τα αναφέρει κάποιος στη θέα του προσώπου που τα κουβαλάει, ή έτσι απλώς επειδή τον θυμήθηκε, τότε προκαλείται το γέλιο και μάλιστα πολλές φορές αυτό γίνεται και παρουσία του προσώπου που ακούει στο συγκεκριμένο παρασούμι, χωρίς να παρεξηγείται, αφού στα χωριά πολλοί είναι γνωστοί με το παρασούμι περισσότερο, παρά με το κανονικό τους όνομα και επώνυμο. Σε πολλές περιπτώσεις όμως μερικά παρασούμια λέγονται κι’ από κακία, υπάρχουν και τέτοιοι τι να κάνουμε και μάλιστα αυτοί οι λίγοι που υπάρχουν στα χωριά φαίνονται και ξεχωρίζουν, λίγος ο κόσμος, το κάθε τι ακούγεται και μαθαίνεται γρήγορα.. . . Συνεχίζουμε όμως και  υπάρχουν και τα άλλα παρασούμια, αυτά που δίνονται σε πρόσωπα που μοιάζουν με κάποιον άλλο, γνωστό στους πολλούς, για παράδειγμα σε κάποιον ηθοποιό, και υπάρχει  για παρασούμι το όνομα του ηθοποιού που έμεινε γνωστός από την παλιά ατάκα «. . κορίτσια ο  . . . .» ας μην πούμε το όνομα, φίλος ο. . . ιδιοκτήτης,  ή   για παρασούμι κόλλησαν σε κάποιον το όνομα από το ποίημα που είπε σε σχολική γιορτή, μέχρι και το όνομα από . . . φάρμακο  κουβάλησε κάποιο πρόσωπο στο χωριό μας και μάλιστα για αρκετό καιρό. .  .και όποιος θυμάται κάποτε κυκλοφορούσε ένα φάρμακο δεν είμαι σίγουρος αλλά νομίζω ότι το έδιναν στα πουλερικά για να δυναμώνουν και το έλεγαν αστινεμ, έ λοιπόν και αυτό ακόμα το όνομα το κόλλησαν για παρασούμι σε άνθρωπο με αδύνατο παρουσιαστικό, να μην πούμε σε ποιον ή σε ποιά, αν και από τότε πέρασε μισός αιώνας. Είναι τόση και τέτοια η διάθεση για παρασούμιασμα, που και να μην υπάρχει περίπτωση  να βαφτιστεί κάποιος ή   κάποια με παρασούμι,(όμως περίεργο αλλά  λίγα είναι τα παρασούμια των γυναικών), κάτι θα βρουν και θα πουν, κάτι συνήθως τόσο ταιριαστό που ακούγοντάς το και βλέποντας και το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται αυτό το κάτι, λες ότι αυτός ο χαρακτηρισμός, δε θα ταίριαζε για κανέναν άλλο και για να δώσουμε ένα παράδειγμα, όλοι γνωρίζουμε το κεράσι όπως είναι με το κοτσάνι, το οποίο όμως κοτσάνι είναι δυσανάλογα μακρύ σε σχέση με το  κεράσι, αλλά εδώ με λίγη φαντασία το κοτσάνι, την ουρά δηλαδή του κερασιού  μπορούμε να την παρομοιάσουμε με το λαιμό του ανθρώπου  και το κεράσι με το κεφάλι του, οπότε κάποιον ή συνήθως κάποια που έχει μακρύ λαιμό και μικρό κεφάλι, ας έχει χίλια άλλα χαρίσματα, κάποιος ή κάποια θα βρεθεί να πει κάτι κι’ άκουσα μια μέρα μια γειτόνισσα να λέει για μια άλλη που την παίνευαν αυτήν την άλλη, να λέει από κακία μάλλον, «έ  έ. . η λέλικας. . .  έχ’  έναν λιμό σα κιρασουνουρά. .  .   .» (είναι σαν  λελέκι και έχει ένα λαιμό όπως η ουρά του κερασιού). Εδώ εντοπίζεται καθαρά, η υποφώσκουσα κακία της θειάς κι’ ας πα να λένε ότι το λέει « έτσ’ όπους τ’ν ήρτι,» εμένα μού λές; Αλλά αυτό που λέμε « όπως μας ήρτι», αυτό είναι κι’ εκείνο που στην πραγματικότητα θέλουμε να εκφράσουμε, και όλα τα άλλα είναι λόγια του αέρα, η κακία του ανθρώπου βγαίνει αυθόρμητα κι’ άς  λέμε ότι το είπε έτσι αλλά άλλο ήθελε να πει αυτά είναι δικαιολογίες και επιχειρήματα εκ του πονηρού, υπάρχει μια κρυμμένη κακία που μόνο όποιος ξέρει απ΄ αυτά  μπορεί να καταλάβει, μόνο όποιος γεννήθηκε και μεγάλωσε σε χωριό τα ξέρει αυτά, λίγος ο κόσμος, γνωστοί όλοι και μακρινοί συγγενείς, έχουν να παρουσιάσουν δείγματα αγάπης και συμπαράστασης, αλλά κουβαλούν και κάτι κακίες, κάτι ζήλιες που κρυμμένες περιμένουν να φανερωθούν τότε που δεν το περιμένει κανείς, από ψευτομαρτυρίες για το τίνος είναι το χωράφι και ο άτζουρας, ποιος δικαιούται τη στενούρα ή την αστρέχα, μέχρι το «σκώψιμο» για να χαλάσει ή να σταματήσει ένα συνοικέσιο και τόσα άλλα, από το τίποτα, από κάποιο υπονοούμενο που θα μεταφερθεί από κάποιον σε λάθος ώρα, μπορεί να ξυπνήσει παλιές ιστορίες που φαινομενικά έχουν ξεχαστεί, ξύσιμο πληγών  με απρόβλεπτα επακόλουθα, ένα παρασούμι σε λάθος στιγμή μπορεί να γίνει αφορμή για φασαρία, γι’ αυτό τα παρασούμια δίνονται σε ανθρώπους που τα σηκώνουν, όχι ότι οι άλλοι οι ζόρικοι μένουνε αβάφτιστοι, αλλά αυτουνών το παρασούμι το σχολιάζεις μόνο με πρόσωπα της εμπιστοσύνης και χαμηλόφωνα. . . ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται, ιδίως όταν το γενικό επίπεδο  είναι χαμηλό, πρέπει κανένας να φυλάγεται, δεν ξέρεις ο άλλος πώς θα το πάρει, πώς θα ερμηνεύσει μια κουβέντα, δεν ξέρεις τι κουβαλάει μέσα του, χρειάζεται προσοχή, γι’ αυτό πολλές φορές ακούς να λένε οι μεγαλύτεροι, φύγε απ’ αυτόν ή απ’ αυτούς, μη μπλέκεσαι, κάτι ξέρουν αυτοί οι μεγαλύτεροι, κάτι άκουσαν ή θυμούνται και ξέρουν, μπορεί ένα παρασούμι να γίνεται ανεκτό ακόμα και απ’ αυτόν τον ίδιο τον κάτοχο ας τον πούμε έτσι κι’ αυτό εξαρτάται από το ποιος το εκστομίζει,  αλλά μπορεί να παρεξηγήσει κάποιος άλλος αυτήν την ανεκτικότητα, ένας συγγενής άς πούμε, παίρνοντας το ρόλο του προστάτη  για κάποιον που δε χρειάζεται την προστασία κανενός, υπάρχουν πρόσωπα που αφορμή γυρεύουν για φασαρία, είναι τα πρόσωπα που στα χωριά για να τα χαρακτηρίσουν λένε- πρόσεχε αυτός χαλάει το γάμο-,μπορεί δηλαδή με την αναποδιά του να χαλάσει το γλέντι σ’ ένα γάμο, και αυτά βέβαια συνέβαιναν συχνά πυκνά σε παλιότερες εποχές, αλλά και τώρα τέτοια περιστατικά  δεν είναι σπάνια, παλιά οι μεγαλύτεροι συγκρατούσαν όσο μπορούσαν την ορμή και την αψιάδα των μικρότερων, σήμερα ποιος να συγκρατήσει ποιόν, ακόμα και όσοι είναι ταγμένοι να μας βάλουν στον ίσιο δρόμο κοσμούν το εδώλιο του κατηγορουμένου στα ποινικά δικαστήρια, οι δρόμοι παραέγιναν ίσιοι  και κανείς πια δεν περπατάει, όλοι τρέχουν, δεν μπορείς να δίνεις συμβουλές σε ανθρώπους που τρέχουν με μεγάλες ταχύτητες όντας εσύ πεζός, πρέπει να προσαρμοστείς στη σημερινή πραγματικότητα, οι παροιμίες του Αισώπου και οι παραβολές έχουν μια διαχρονική αξία, αλλά χρειάζονται προσαρμογή και ο νοών νοείτω,  με ευτράπελη διάθεση ξεκινήσαμε και το σοβαρέψαμε το θέμα, το χαλάσαμε το χουσμέτ’ που λέμε, δεν πειράζει όμως, κοντεύουμε στο τέλος, αλλά εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε και ένα άλλο παρασούμι που δίνεται αποκλειστικά σε γυναίκες αδύνατες, ψηλές και κάπως άχαρες και βέβαια οι κινήσεις και το περπάτημα μιας ψηλής γυναίκας είναι κάπως αργές, τα μακριά χέρια και πόδια δε βολεύονται και οι κινήσεις δε συντονίζονται εύκολα κι’ ακούς να λεν «πιρπατάει σα ρόγαλους», αργά δηλαδή και άκομψα, με κινήσεις ασυντόνιστες, περπατάει όπως η αράχνη και αν η συγκεκριμένη γυναίκα μείνει σ’ αυτό το πρώτο στάδιο της παρομοίωσης και της μεταφοράς καλά, αλλιώς αν το μάθουν μερικές και τη βλέπουν συχνά κι’ όταν τη βλέπουν θυμούνται την παρομοίωση, της κόλλησε το παρασούμι και πάει, έμεινε σκέτος «ρόγαλους».
 Και για να τελειώνουμε (τελικά), πρέπει να πούμε ότι όταν πηγαίναμε στο Δημοτικό  Σχολείο ιδίως τα αγόρια, είχαμε όλοι, μα όλοι  παρασούμια που με τον καιρό τα περισσότερα ξεχάστηκαν και τα θυμούμαστε όταν βρεθούμε καμιά φορά, μερικά έμειναν και ακούγονται μέχρι σήμερα και είναι πολύ παράξενο αυτό, ελάχιστα  παρασούμια εξακολουθούν να ακούγονται ακόμα και όταν ο κάτοχός τους αποδημήσει, ιδίως όταν υπάρχουν αρκετοί με το ίδιο όνομα και επώνυμο, τι να κάνουμε γίνονται κι’ αυτά από ανάγκη βέβαια, 
 Ρόγαλο    στο χωριό λέμε την αράχνη, αλλά το ίδιο . . .παρασούμι της δίνουν και στον Άγιο Πρόδρομο, όπως φαίνεται στο Λεξικό των ιδιωματισμών που έχουν αναρτήσει στο διαδίκτυο.                                                                            
                            Βαγγέλης Μαυροδής  από το Νεοχώρι. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: