Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2012

Ο Βήχας.


                                       
          Ο καθένας μας λοιπόν έχει το δικό του βήχα, ένα βήχα που τον
  1. χαρακτηρίζει και τον  ξεχωρίζει  από  τους  άλλους. Άλλος βήχει διακεκομμένα και  ψιλά, άλλος  παρατεταμένα  και  χοντρά, αλλιώς βήχουμε όταν είμαστε κρυωμένοι, διαφορετικά όταν θέλουμε να βγάλουμε  το  ψαράγκαθο  που  σκάλωσε στο λαιμό, κι’ αλλιώς  όταν μας ακροάζεται ο γιατρός και λέει  «βήξε». Αλλιώτικο βήχα έχουν  τα σκυλιά, άλλον οι γάτες και διαφορετικά  βήχουν τα μουλάρια,  τα πρόβατα  και οι γίδες.
Δε  γνωρίζω    αν   βήχουν  οι  κότες,  δεν  άκουσα  καμία να  βήχει, φαίνεται  ότι ζεσταίνονται  με τα πούπουλά τους  αν  και  περπατούν   μια  ζωή. . . ξυπόλυτες.    
Εκεί που  μπερδεύεται  αρκετά το  πράγμα   είναι  όταν   μαζί   με  το βήχα  έρχεται και το φτέρνισμα και δεν μπορείς να ξεχωρίσεις  περί ποίου είδους βήχα  πρόκειται,  ακούγεται  το  γκουχ,  γκουχ   μαζί   με  το  ααααα   ψου, δακρύζουν τα μάτια, κόβεται η αναπνοή, τρέχει  η μύτη,  οπότε  όλοι λίγο πολύ όταν δεν μας έβλεπε κανείς, την  κλείναμε με το χοντρό δάχτυλο  μια από δω μια από κει  και φυσώντας  εκτοξεύαμε  το  περιεχόμενο   δεξιά κι’ αριστερά  όπου τύχει, και ακολουθώντας την παλιά συνήθεια,  σκουπίζαμε το χέρι  στο  πίσω μέρος του πανταλονιού  οι  άντρες  και  στο μέσα μέρος του  φουστανιού  οι γυναίκες,  βέβαια  τώρα   υπάρχουν   τα χαρτομάντιλα αλλά τον παλιό καιρό δεν  είχαμε , μόνο μυξομάντιλα κυκλοφορούσαν  και άντε να βρεις σήμερα, άλλο θέμα κι’ αυτό, θα μας  απασχολήσει  μια άλλη φορά, θα γράψουμε περί των  διαφόρων  χρήσεών  του  και   είναι  πολλές, τέλος πάντων για το βήχα ξεκινήσαμε και κοντεύει να  ξεστρατίσουμε, δεν πειράζει όμως ζητούμε κατανόηση, δε γράφουμε δα και  εργασία για . .  . διδακτορικό και πάμε  παρακάτω, τα είδη του βήχα αναλύουμε  και τη… χρησιμότητά τους.                                                                                           
Ο  βήχας  πολλές  φορές  και ειδικά ο ψευτόβηχας, χρησιμοποιείται και ως προειδοποίηση-δήλωση της παρουσίας μας σ’ ένα χώρο, όταν πλησιάζουμε κάπου  για να  μας  ακούσουν  και  πάντα   ξεροβήχουμε   με ιδιαίτερο  και  μοναδικό στυλ  όταν  βρισκόμαστε στην τουαλέτα  για να  δηλώσουμε  ότι είναι  κατειλημμένη. Πέρα από  το συνηθισμένο βήχα, έχουμε  το  βήχα του ψάλτη   όταν  δεν  μπορεί να  βρει  το  κατάλληλο  τροπάριο  και έμεινε  το γνωστό  «απορία ψάλτου, βηξ», που το λέμε για να  δείξουμε  ότι  κάποιος  στριμώχτηκε,  δεν  έχει  επιχειρήματα,  δεν  μπορεί  να  δικαιολογήσει  μια πράξη  ή  ενέργειά του κι’ είναι «στη γωνία».     Ιδιαίτερα γνωστός είναι ο  πρωινός βήχας   ο  λεγόμενος και τσιγαρόβηχας, ανακουφιστικός για τον  καπνιστή, αλλά  ενοχλητικός  για  τους άλλους, και δεν κόβεται παρά με το σταμάτημα του  καπνίσματος.  Παλιά  στο  χωριό  μου  ζούσε  κάποιος που κάπνιζε πολύ  και επόμενο ήταν να μη σταματάει ο  βήχας  του,  αλλά ήταν και  μανιώδης κυνηγός. Ε λοιπόν  κανείς  δεν  τον  φώναζε   για  παρέα στο κυνήγι με  τη  δικαιολογία  ότι   «έσκιαζι   τα  ζλάπια». Έχουμε  και κάποιο άλλο είδος βήχα, αυτόν των μοναχικών ανθρώπων, που βήχουν κάπου κάπου έτσι για να δηλώσουν την παρουσία τους  στον . . . .εαυτό τους  κι’ είναι   προτιμότερο  αυτό από τη συνήθεια που έχουν άλλοι άνθρωποι  να μιλούν μονάχοι τους, έχουμε όμως και  κείνο  το  βήχα   των  γέρων   που  είναι  κι’  αυτός  ιδιαίτερος,  ψευτόβηχας, οι   γέροι    αποκτούν  αυτή  τη συνήθεια  όσο  περνούν τα  χρόνια   και τους  ακούμε   να  βήχουν μ’ ένα  «λιανό»    βήχα,  ξεψυχισμένο   όχι από  ανάγκη,  αλλά  έτσι  για να τους ακούσουν οι  άλλοι  ν’ ακούσουν και οι ίδιοι το βήχα τους,  σημείο ζωής.
Τώρα  λέμε για το βήχα και τον παρά  ότι δεν κρύβονται κι’  είναι σωστό αυτό, γιατί ότι και να  κάνεις   όταν  βήχεις  θ’  ακουστείς  κι’  άμα  είσαι  κονομημένος θα φανείς,  δε γίνεται αλλιώς Η παροιμία κανονικά   αφορά  μόνο  τον παρά, αλλά βάζουμε  και  το  βήχα  δίπλα  για  να   μη φανεί  η διάθεση  που   έχουμε     να   κουτσομπολέψουμε  άσχημα   κάποιον  που   απόκτησε   χρήματα,  ιδίως  όταν   ο τρόπος  της απόκτησης δεν είναι και τόσο  φανερός.              
Κάποτε μεγάλοι πια  ρωτήσαμε  τον πρώτο δάσκαλό μας, συγχωριανός ο δάσκαλος  περάσαμε όλοι από τη . . . . . βέργα του  που βέβαια σπάνια τη  χρησιμοποιούσε , τον ρωτήσαμε ,τι θυμόταν  από τη χειμωνιάτικη περίοδο  στο  σχολείο  τότε  που ο καθένας μας κουβαλούσε κι’ ένα ξύλο για τις σόμπες και χαριτολογώντας ο αείμνηστος   Δάσκαλός μας ο Ηρακλής, απάντησε και είπε ότι το σχολείο  το χειμώνα «ήταν ένας σκέτος βήχας»,κι’ έτσι ήταν, ήμασταν όλοι συνεχώς πουντιασμένοι, με ρούχα λειψά και  λαστιχένια  παπούτσια  συνεχώς  υγρά,  ούτε  μέσα  στο   σπίτι    καλά   καλά   δεν   μπορούσαμε  να ζεσταθούμε,   βήχας  και  των   γονέων  που  λέμε  και  δόστου να μας τρίβουν με πετρέλαιο  και  να μας βάζουν στο στήθος   πίτυρα ζεσταμένα στο τηγάνι, ή  ζυμάρι με σιναπόσπορο  και  πιες  φλαμούρια ,  βούζια και φλασκούνια,   μέχρι που  καλοκαίριαζε   και επιτέλους    ζεσταινόμασταν  και  άντε  να  ξεστρατίσουμε  και  λίγο, είπα καλοκαίρι και θυμήθηκα  το Γιάννη το Μπρουτζά, συγχωριανό  μου και παιδικό φίλο  που ζει εδώ και χρόνια στον Πολύγυρο. Η  πρώτη  συζήτηση λοιπόν με το συμμαθητή του από την Αρναία Γιώργο Ζυγούρη, διπλανό του στο ίδιο θρανίο, στράφηκε  γύρω από το πώς πέρασε ο καθένας το καλοκαίρι κι’ αφού εξαντλήθηκαν  τα….θέματα, ρώτησε ο ένας ,  «Είχιτι ζιέστα  στου χουριό;»
Κι’ απάντησε ο δικός μας περιεκτικά και σύντομα έτσι  που μόνο κάποιος βαθύς  γνώστης  των  ιδιωματισμών  της  περιοχής  μας  (  και  σε επίπεδο  Dοκτορά)   θα απαντούσε.
Απάντησε  λοιπόν   ο  Γιάννης,   «Ζιέστα;…  αρέ   ίστυβαν   τα  βιράγγια»,  τουτέστιν   έστυβαν   τα  στεκούμενα  νερά   στον  κεντρικό…ποταμό  του χωριού…. εξατμίζονταν  από την πολλή  ζέστη. .!! και μόνο ένας.. Αισχύλος  θα μπορούσε να πει  κάτι τόσο σύντομα και με  τόσο  πυκνό  νόημα,  τέλος η . . .παράκαμψη και όπου νάναι τελειώνουμε, υπομονή.
Και τελευταίο αφήσαμε το βήχα που  σκοπό έχει να καλύψει κάτι άλλο και για να   μη μακρηγορούμε,  θα πούμε  για  το γέρο που είτε από ακράτεια ή από χούι συνήθιζε να  …. .  αερίζει  το μπενεβρέκι,  αλλά κόσμος στο σπίτι  πολύς  δεν  μπορούσε κάθε τόσο να βγαίνει στο μπαλκόνι,  τι έκανε λοιπόν βρήκε  τη      λύση  και  κάθε  φορά  που   του  έρχονταν   συγχρόνιζε  την ….εξάτμιση  με το   ψευτόβηχα  και  το δυνατό κλείσιμο μιας πόρτας, όλα  τέλεια  και η αξιοπρέπεια ακεραία, αλλά κάποια μέρα παρά το συντονισμό  των  τριών  ενεργειών,  ο   βήχας  δεν  είχε   την  ανάλογη  ένταση , και  το τραγικότερο   ότι  την ώρα  που  πήγε να κλείσει την πόρτα ακούστηκε ένα σπαραξικάρδιο νιααααααρρρρρρρ, πιάστηκε η νουρά της γάτας , κι’ έτσι  ο γέρος κατευθύνθηκε στην αυλή ντροπιασμένος. . . . Και άντε  και το καταφέραμε να τελειώσουμε  την μονογραφία για το βήχα και χαρά στην υπομονή  σας  που  δε βαρεθήκατε,  καλά νάμαστε να πούμε κι’ άλλα  και προσοχή στο….συντονισμό…..
Απαραίτητη και λίγη Ιδιωματική Γραμματική.
Στα  περί  τον  Χολομώντα  χωριά  μας   το  ρήμα  Βήχω ( αρχαία  Βήττω ή Βήσσω),  το  απλοποιήσαμε  και  το   κάναμε  . . .…  «Φχώ»,   παρατατικός «Φχούσα», αόριστος  «Βήχ’κσα», έτσι απλά και σύντομα  και θα πει κάποιος βρε  μανία   με  τους   ιδιωματισμούς,   αλλά, να, σκέβομαι ότι  όσο πάει    χάνονται  κι’  αυτοί,  και  όσο περνούν  τα χρόνια   όλο και  πιο  σπάνια  ακούγονται,  και τους ιδιωματισμούς  και μάλιστα  τους τοπικούς μιας  γλώσσας  δεν τους  μαθαίνεις  σε  φροντιστήριο, τους ακούς κάθε μέρα ζώντας  στο  περιβάλλον  που μιλιούνται και ακούγονται κι’ έτσι  μπαίνουν  στο γλωσσικό DNA  και   δεν  ξαναβγαίνουν  κι’  είναι τόσοι πολλοί, που άμα τους  αραδιάσουμε  θέλουμε μισή εγκυκλοπαίδεια, και πάντως έξω απ’ το καλαμπούρι  κατά τη γνώμη μου θάπρεπε να καταγραφούν  αυτοί  οι  ιδιωματισμοί,  έχουμε  τόσους φιλολόγους, τόσους φοιτητές   της  φιλολογίας,   και  ποτέ  δεν  άκουσα    να  παρουσιαστεί  μια εργασία με τους  γλωσσικούς ιδιωματισμούς  της Χαλκιδικής  και  μάλιστα της Βόρειας όπου εκεί συναντούμε  τους περισσότερους όπως για παράδειγμα  το πολύ αρχαίο ρήμα «σκμώ»  που άντε να βρεις τι σημαίνει όπως το καταντήσαμε  αν δεν το έχεις ακούσει, αλλά ειδικά για το ρήμα αυτό θα αναφερθούμε  στο μέλλον και μέχρι  τότε είπαμε, υπομονή, μη βιάζεστε, καλοκαίρι έρχεται, καιρός ν’ ασχοληθείτε και με άλλα ωραιότερα  πράγματα, οι παραλίες θα γεμίσουν πάλι με κόσμο  και τι κόσμο. . . .
Και μ’ αυτά και με κείνα, ά λίγο από δω και λίγο από κει, κακοβγήκε κι’ αυτό το γραφτό(!!) καλό Πάσχα σε όλους και προσοχή στο φαΐ, αφήστε και λίγο για την επομένη και  Χαιρετισμούς σε όλους, ακόμα και σε κείνους που μάς ξέχασαν, ας είναι καλά το γινάτι τους και ξέρουν αυτοί. . .  . .          
                                 
Βαγγέλης Μαυροδής  Ξάνθη Μάρτιος  2008                                    

Δεν υπάρχουν σχόλια: